Απόψεις|12.08.2021 21:18

Επιτίθεται η φύση; Γιατί ο μεταφορικός λόγος για τις πυρκαγιές δεν είναι ουδέτερος

Βασιάννα Κωνσταντοπούλου

Οι ημέρες των πυρκαγιών σημαδεύτηκαν και από την απόπειρα να βρούμε τα λόγια για να περιγράψουμε όχι μόνο τις αδιανόητες εικόνες, αλλά και το βίωμα που τις συνοδεύει. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με «μια πρωτοφανή επίθεση της φύσης», σημείωσε ο Πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, ενώ οι «μαχητές της φωτιάς» προσπαθούσαν ακόμα να αντιμετωπίσουν τους «μικρούς εμπρηστές», όπως χαρακτήρισαν ορισμένοι δημοσιογράφοι τα φλεγόμενα πευκοδάση. Εν τω μεταξύ, οι διάχυτες αναφορές για τον «πύρινο εφιάλτη» και την «κόλαση» επιχειρούσαν να αποτυπώσουν το οξυμένο αίσθημα απόγνωσης απέναντι στην καταστροφή.

Ως ένα βαθμό είναι φυσικό. Οι μεταφορές είναι το τελευταίο μας καταφύγιο, όταν η πραγματικότητα αποδεικνύεται πολύ συντριπτική για να χωρέσει σε κυριολεκτικές περιγραφές. Κι όχι μόνο τότε. Αντίθετα με όσα πιστεύουμε, οι μεταφορές δεν αποτελούν απλώς το εργαλείο της ποιητικής φαντασίας, υποστηρίζουν οι γλωσσολόγοι Τζορτζ Λάκοφ και Μαρκ Τζόνσον, αλλά είναι βαθιά εμπεδωμένες στον τρόπο που σκεφτόμαστε, εκφραζόμαστε και δρούμε [1]. Ο μεταφορικός λόγος είναι τόσο στενά συνυφασμένος με τις διανοητικές μας λειτουργίες που συχνά δεν συνειδητοποιούμε την προσφυγή μας σε αυτόν. Τον χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε τις σχέσεις, την ασθένεια, τα συναισθήματα, την πολιτική αντιπαράθεση.

Είναι ο μεταφορικός λόγος πάντα αθώος;

«Οι μεταφορές μάς βοηθούν να σκεφτούμε και να μιλήσουμε για τα συναισθήματά μας, τις κοινωνικές σχέσεις και για αφηρημένες έννοιες, αντλώντας από πιο συγκεκριμένες και σωματοποιημένες εμπειρίες. Για αυτόν τον λόγο, δεν υπάρχει λόγος να προσπαθούμε να αποφύγουμε κάθε είδους μεταφορική γλώσσα. Από την άλλη πλευρά, είναι κρίσιμης σημασίας να έχουμε επίγνωση των μεταφορών που χρησιμοποιούμε και των τρόπων με τους οποίους αυτές διαμορφώνουν τις στάσεις, τις αξίες και τις πράξεις μας», είχε επισημάνει σε μια συνέντευξή της η Ελίζαμπεθ ελ Ρέφαϊε, Aναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Cardiff, η οποία ειδικεύεται στη μελέτη της χρήσης της μεταφοράς σε διαφορετικές μορφές επικοινωνίας [2].  

Όπως είχε αναδείξει η ίδια σε παλιότερη εργασία της, υπάρχουν μεταφορές που έχουν συγκεκριμένες κοινωνικές συνέπειες, «φυσικοποιώντας» την ανισότητα και την κακομεταχείριση ανθρώπων και κοινωνικών ομάδων [3]. Ανάμεσα σε αυτές, το «τσουνάμι», οι «πλημμύρες» και τα «κύματα» των προσφύγων αποτελούν μέχρι και σήμερα από τα πιο διαδεδομένα παραδείγματα, όπου ο μεταφορικός λόγος γίνεται –συνειδητά ή ασυνείδητα– εργαλείο από-ανθρωποποίησης. Ένα γλωσσικό εργαλείο που τελικά νομιμοποιεί τη μεταχείριση ανθρώπων ως αντικειμένων ή ως απειλητικών φυσικών καταστροφών.

Τι γίνεται όμως όταν η ίδια η φύση υπόκειται σε αυτού του είδους τη γλωσσική μεταχείριση; Τις τελευταίες ημέρες αρχίζει σιγά-σιγά να διαφαίνεται στον πολιτικό και ευρύτερο δημόσιο λόγο μια αντίστροφη διαδικασία χρήσης του μεταφορικού λόγου αναφορικά με τις πυρκαγιές. Δεν είναι οι άνθρωποι που παρίστανται ως φυσικά φαινόμενα (όπως στην περίπτωση των προσφύγων), αλλά η φύση που αποκτά ιδιότητες ανθρώπου («η φύση επιτίθεται»). Κι αυτή η γλωσσική στρατηγική δεν είναι ουδέτερη. Αντίθετα, οδηγεί σε μια μετάθεση της ευθύνης από τα ανθρωπογενή αίτια της καταστροφής στο «ξέσπασμα» μιας ανθρωποποιημένης οντότητας.    

Η φύση ως «πολεμιστής»

Στην έρευνά της για τη χρήση του μεταφορικού λόγου σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών, η Dita Trckova κατέγραψε ότι η αναπαράσταση της φύσης ως «πολεμιστή» αποτελεί μια από τις πιο συχνές επιλογές μεταφορών στον δημόσιο λόγο. Οι άλλες δύο, στενά συνδεδεμένες θεματικές είναι η αναπαράσταση της φύσης ως «έμβιου όντος» και ως «τέρατος» [4]. 

Το μεταφορικό θέμα του «πολέμου» αντανακλά μια κυρίαρχη επιλογή στον τρόπο που περιγράφονται στη χώρα μας –και όχι μόνο– όλες οι κρίσεις του τελευταίου διαστήματος. Από την «ασύμμετρη απειλή» των προσφύγων στον Έβρο, μέχρι τον «πόλεμο ενάντια στον αόρατο εχθρό» –τον κορωνοϊό– όπως έχει περιγραφεί από τον Πρωθυπουργό, φτάνουμε σήμερα στην «πρωτοφανή επίθεση της φύσης». Καθώς οι πολεμικές μεταφορές διαποτίζουν τη δημόσια αντίληψη για όσα αναπάντεχα συμβαίνουν, υπονοείται ως λογική συνέπεια ότι οι διάφοροι «εχθροί» θα πρέπει να «εξουδετερωθούν». Οι πολεμικές μεταφορές για τη φύση ανασύρουν ένα αίσθημα εχθρότητας απέναντί της, δημιουργώντας μια κάθετη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο φυσικό περιβάλλον και την ανθρώπινη δράση, που βασίζεται σε όρους αντιπαλότητας, επισημαίνει η Τrckova, στην έρευνά της [5].

Έτσι, ενώ η κλιματική αλλαγή αναδεικνύεται σχεδόν από όλες και όλους ως μια από τις αδιαμφισβήτητες πραγματικότητες που θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας για το συλλογικό μας μέλλον, οι πολεμικές μεταφορές συσκοτίζουν επικίνδυνα την ουσία της συζήτησης. Τα αίτια της καθολικά παραδεκτής κλιματικής αλλαγής δεν προέρχονται από τις «επιθέσεις» της φύσης, αλλά είναι ανθρωπογενή. Και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής προϋποθέτει μια σχέση «συμμαχίας» με το φυσικό περιβάλλον –προσχωρώντας στον μεταφορικό λόγο– και όχι αντιπαλότητας και σαρωτικών επεμβάσεων. Με άλλα λόγια, προϋποθέτει πέρα από τις επείγουσες πολιτικές αποφάσεις για μείωση εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου και για αλλαγή του κυρίαρχου εξορυκτικού μοντέλου, και μια αλλαγή αντίληψης των δεσμών μας με τη φύση. Και μια τέτοια αντίληψη οφείλει να βρίσκεται στον αντίποδα της πολεμικής αναπαράστασης της φύσης ως «εχθρού».

Για το ψυχικό αποτύπωμα των φυσικών καταστροφών  

Λίγα τελευταία λόγια θα πρέπει να ειπωθούν και για τις ψυχικές επιπτώσεις που έχουν οι φυσικές καταστροφές αλλά και η ίδια η γλώσσα μέσα από την οποία επιχειρούμε να αποδώσουμε νόημα σε όσα συμβαίνουν.

Σε πρόσφατο άρθρο του περιοδικού Undark, η Λιζ βαν Σούστερεν, ειδικός σε θέματα επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης στην ψυχική υγεία, και η Σούζαν Κλέιτον, καθηγήτρια Ψυχολογίας, αναφέρονται στο ζήτημα της «κλιματικής θλίψης» [climate grief]. Με τον συγκεκριμένο όρο, περιγράφουν το αίσθημα απώλειας και αγωνίας που βιώνει μια ολοένα και αυξανόμενη μερίδα της ανθρωπότητας απέναντι στις συνέπειες της περιβαλλοντικής κρίσης και των οικολογικών καταστροφών [6]. Πρόκειται για ένα αίσθημα αυξημένης ανασφάλειας και έλλειψης του στοιχειώδους ελέγχου της ζωής που είναι αναγκαίος για τη συγκρότηση μιας σταθερής θέσης του ανθρώπου μέσα στον κόσμο.

Σε αυτό το πλαίσιο, το μεταφορικό θέμα του «πολέμου» απέναντι στη φύση μπορεί να ερμηνευθεί και ως μια απόπειρα των πολιτικών ηγεσιών να αποκαταστήσουν αυτό το αίσθημα του ελέγχου απέναντι σε κοινωνίες που βιώνουν τη ρευστότητα διάχυτων κινδύνων, όπως η πανδημία και οι φυσικές καταστροφές. Μια απόπειρα να αποκτήσει «πρόσωπο» η απειλή και να διατυπωθεί η υπόσχεση ότι ο κίνδυνος αυτός έχει ταυτοποιηθεί και θα αναχαιτιστεί. Ωστόσο, αυτή η γλώσσα του διαρκούς πολέμου απέναντι σε «αόρατες απειλές» και η αναπαράσταση του πολιτικού σχεδιασμού ως μιας διαρκούς «μάχης», στην πραγματικότητα παράγει ένα ακόμη πιο οξυμένο αίσθημα ανασφάλειας. Γιατί αυτό που αφήνει ως αποτύπωμα είναι ότι η ανάκτηση της σταθερότητας και του ελέγχου δεν εναπόκειται σε συνειδητές και ριζικές αποφάσεις από την ανθρώπινη πλευρά, αλλά στις απρόβλεπτες βουλές των «υπεράνω των δυνάμεών μας» φαινομένων.

[1] Lakoff, George/Johnson, Mark (2005), Ο μεταφορικός λόγος: Ο ρόλος της μεταφοράς στην καθημερινή μας ζωή, μτφ. Ο. Καλομενίδου, Αθήνα: Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.

[2] El Refaie, Elisabeth, «O μεταφορικός λόγος ως εργαλείο διακρίσεων απέναντι στους πρόσφυγες», συνέντευξη στο διαδικτυακό περιοδικό pass-world.gr, 3 Απριλίου 2020.

[3] Εl Refaie, Elisabeth (2001), “Metaphors we discriminate by: Naturalized themes in Austrian newspaper articles about asylum seekers”, Journal of Sociolinguistics, 5, σ. 352–371.

[4] Trckova, Dita (2021), “Metaphorical representation of a natural phenomenon in newspaper discourse on natural catastrophes”, Critical Approaches to Discourse Analysis across Disciplines, 5, σ. 137–151.

[5] Στο ίδιο, σ. 147.

[6] Andrade, Sofia, “Summer catastrophes bring the climate crisis into focus”, στο διαδικτυακό περιοδικό Undark, 20 Ιουλίου 2021. 

περιβάλλονφωτιάφωτιά τώραΚυριάκος Μητσοτάκηςπυρκαγιά