Απόψεις|29.12.2019 12:22

Περί γιορτών

Βασίλης Νιτσιάκος

Οι γιορτές αποτελούν σηµαντικές τοµές στην οργάνωση του χρόνου µας. Ακόµα και στη σηµερινή µεταβιοµηχανική κοινωνία, της οποίας βασικό χαρακτηριστικό είναι η εκκοσµίκευση και η αποµάγευση του συλλογικού και ατοµικού µας βίου, ο χρόνος συνεχίζει να διακρίνεται σε καθηµερινό και «ιερό». Το συνεχές της καθηµερινότητας διακόπτεται από γιορτινές στιγµέςµέρες, οι οποίες, µε τον τρόπο τους, εκτός της σχόλης, µας θυµίζουν και την ιερή διάσταση της ζωής, το µεταφυσικό της στοιχείο. Μας θυµίζουν, λέµε, γιατί στο υπόβαθρο της γιορτινής µας διάθεσης και συµπεριφοράς υπάρχει η υπόµνηση της ιερότητας, παρότι χαµένη στα νέφη της εµπορευµατοποίησης και της καταναλωτικής µανίας, της µαζικής και σχεδόν αναγκαστικής διασκέδασης, όπως το απαιτούν οι µέρες και κυρίως η αγορά.

Τι είναι όµως η ιερότητα και σε τι συνίσταται σε έναν κόσµο υλιστικού προσανατολισµού και άκρως ατοµικιστικό; Τι µπορεί να σηµαίνει ιερότητα σε έναν κόσµο όπου έχουν θεοποιηθεί η απεριόριστη απόλαυση υλικών αγαθών και ο υλικός πλουτισµός στο όνοµα της ατοµικής επίτευξης και ελευθερίας; Αν σκεφτούµε ότι όλες οι θρησκείες ξεκίνησαν από την ανάγκη να απαντηθούν βασικά υπαρξιακά ερωτήµατα και κυρίως το ερώτηµα του θανάτου, πώς απαντάµε σήµερα σε αυτό το ερώτηµα; Πώς καλύπτουµε τις όποιες µεταφυσικές µας αγωνίες σε ώρες κρίσιµες, όπως πράγµατι είναι οι γιορτινές τοµές στον έτσι κι αλλιώς ισοπεδωµένο και ανίερο χρόνο µας; Οι πιο µεγάλες µας γιορτές εκτός από τοµές, συνιστούν και διαβάσεις. Είναι διαβατήριες.

Σηµαδεύουν µεταβάσεις από µια χρονική διάρκεια σε µια άλλη, από µια κατάσταση σε µια άλλη, από κάτι παλιό σε κάτι καινούργιο. Αυτό µπορεί να εκφράζεται µε τη γέννηση ή την αναγέννηση. Με τον θάνατο και την ανάσταση. Το τέλος του παλιού και την αρχή του νέου. Η γέννηση ενός ήρωα, ενός δαίµονα ή ενός Θεού, ανάλογα, συνιστά τη δραµατοποίηση ενός οικουµενικού µύθου που βρίσκεται στον πυρήνα της θρησκείας και συνεπώς στην καρδιά της διαχρονικής µεταφυσικής αγωνίας του ανθρώπου. Ολα αυτά, ωστόσο, έχουν και ένα κοινωνικό αντίκρισµα.

Είχαν πάντοτε και παντού. Ενα αντίκρισµα που σήµερα γίνεται ιδεολογικό αίτηµα, ενώ στις έτσι αποκαλούµενες «πρωτόγονες» ή «παραδοσιακές» κοινωνίες ήταν εθιµικό δεδοµένο. Ηταν έθιµο, παραδείγµατος χάριν, η αλληλοσυγχώρεση και η αλληλεγγύη. Ηταν έθιµο η έκφραση της συλλογικότητας, η ανανέωση του πνεύµατος του «κοινού ανήκειν» στην κοινότητα µε πυρήνα την οικογένεια. Ηταν έθιµο ένα είδος αλληλοβοήθειας που ενείχε και το στοιχείο της αναδιανοµής των υλικών αγαθών. Ηταν έθιµο η επικοινωνία µε τους νεκρούς που εξέφραζαν τη συνέχεια και τη συνοχή της οµάδας. Μπορούν, άραγε, όλα αυτά να υπάρξουν, να λειτουργήσουν στις νέες συνθήκες, δίχως να είναι φολκλόρ και αναγκαστική έκφραση φιλανθρωπίας, που φτάνει µέχρι την κατασίγαση των τύψεών µας για τις αδικίες του κόσµου; Και, τέλος, µπορούν τα τερτίπια της αγοράς και η «µαγεία» των πολύχρωµων φώτων να επαναµαγεύσουν αυτές τις γιορτινές µέρες δίχως υπερκατανάλωση και επιδεικτική σπατάλη;

ΧριστούγενναΠρωτοχρονιάγιορτές