Κόσμος|20.01.2019 15:22

Γαλλία: Το φάντασμα του βασιλιά πλανάται πάνω από τα Ηλύσια Πεδία

Γιώργος Καπόπουλος

Αν μη τι άλλον ο πρόεδρος της Γαλλίας, Μακρόν, φαίνεται να έχει συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται ο ίδιος, η παράταξή του LREM αλλά και η Γαλλία. Σήµερα πριν καν κλείσουν τα δύο πρώτα χρόνια της πενταετούς θητείας του, βρίσκεται αντιµέτωπος µε εξεγερσιακές µορφές διαµαρτυρίας και έκφρασης της κοινωνικής δυσαρέσκειας που πυροδοτήθηκε µε τις κινητοποιήσεις των «Κίτρινων Γιλέκων».

Ενα κύµα διαµαρτυρίας που επιµένει να καταγράφει έστω και µειωµένη ποσοτικά την παρουσία του κάθε Σάββατο παρά την ανάκληση της περιβαλλοντικής εισφοράς στα καύσιµα και ένα πακέτο φοροελαφρύνσεων. Το τοπίο διαγράφεται σκοτεινό, µε τη Λεπέν και την ακροδεξιά του Εθνικού Συναγερµού να έχουν µέχρι και πρόσφατα την πρωτιά στις δηµοσκοπήσεις εν όψει των ευρωεκλογών του Μαΐου και τη Γαλλία να προβάλλει σαν ατύχηµα σε αναµονή.

Μια ήττα στις ευρωεκλογές θα προκαλούσε µια δυναµική ανεξέλεγκτης αποδόµησης της προεδρικής παράταξης LREM που ιδρύθηκε πριν από δύο χρόνια και προκάλεσε την… εξαέρωση του Σοσιαλιστικού Κόµµατος και τη σηµαντική αποδυνάµωση της γκολικής ∆εξιάς των Ρεπουµπλικάνων. Με δύο λόγια µε αποσταθεροποιηµένο και απαξιωµένο το παλιό κοµµατικό δίπολο ∆εξιάς-Αριστεράς, η απαξίωση του Μακρόν και της παράταξής του LREM εκ των πραγµάτων καθιστά τη Λεπέν και τον Εθνικό Συναγερµό τον προνοµιακό χώρο πολυσυλλεκτικής απορρόφησης µιας ετερόκλητης πολιτικής οργής και κοινωνικής δυσαρέσκειας όπως την είδαµε να εκφράζεται στις εξεγερσιακές διαµαρτυρίες των «Κίτρινων Γιλέκων».

Τελευταία ζαριά

Από τα παραπάνω ο Μακρόν προφανώς κατέληξε στο συµπέρασµα ότι δεν αρκεί η τακτική αναδίπλωση αλλά χρειάζονται πρωτοβουλίες επανιεράρχησης προτεραιοτήτων σε στρατηγική κλίµακα. Μια στροφή η οποία εκ των πραγµάτων διευκολύνεται από την έλλειψη βούλησης και δυνατότητας της Γερµανίας να ανταποκριθεί έστω και στον ελάχιστο κοινό παρονοµαστή στις προτάσεις Μακρόν για µεταρρύθµιση της ΕΕ-Ευρωζώνης.

'Eτσι η προσωρινή απόκλιση από τη δυναµική πλήρους προσαρµογής της Γαλλίας στη δηµοσιονοµική πειθαρχία µπορεί να προκύψει πλέον και ως στρατηγική διαφοροποίηση που θα υπαγορεύεται στην περίπτωση που ο µεγάλος διάλογος του Μακρόν µε την κοινωνία θα καταλήξει σε ένα νέο κοινωνικό συµβόλαιο.

Ο µεγάλος διάλογος, που ξεκίνησε στις 15 Ιανουαρίου και θα διαρκέσει µέχρι τις 15 Μαρτίου µε φορείς τις δηµοτικές Αρχές, ξεκίνησε µε µια ανοικτή επιστολή του Μακρόν που απευθύνει στους συµπολίτες του 35 κρίσιµα ερωτήµατα. Από την αναζήτηση µιας δίκαιης φορολόγησης, την ενίσχυση της διοικητικής αποκέντρωσης, την προστασία του περιβάλλοντος, την ποιότητα των δηµόσιων συγκοινωνιών µέχρι την ενίσχυση της συµµετοχής µέσω εκλογών και δηµοψηφισµάτων.

Επιπλέον η συζήτηση ανοίγει γύρω από τον κοσµικό χαρακτήρα του κράτους και τη µετανάστευση και κυρίως την αφοµοίωση των µεταναστών στη γαλλική κοινωνία. Τα συµπεράσµατα του διαλόγου ο Μακρόν δεσµεύεται να τα υιοθετήσει στην πολιτική του ατζέντα και µάλιστα στον ορίζοντα των ευρωεκλογών της άνοιξης στα τέλη Μαΐου.

Υψηλό ρίσκο 

Προφανώς πρόκειται για ένα πολιτικό στοίχηµα υψηλού κινδύνου:

Η προσπάθεια εκτόνωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας και η ένταξή της σε θεσµικό πλαίσιο διαλόγου φαίνεται καθυστερηµένη και, ακόµη χειρότερα, επιβεβληµένη στην εξουσία από το κίνηµα των «Κίτρινων Γιλέκων» το οποίο ταυτόχρονα αντιµετωπίζεται µε µια πρωτοφανή στα µεταπολεµικά χρονικά της Γαλλίας αστυνοµική καταστολή. Αν η αµεσοδηµοκρατική πρωτοβουλία του Μακρόν δεν περπατήσει, τότε είναι βέβαιο ότι θα ενισχυθεί η δυναµική της κοινωνικής διαµαρτυρίας αλλά και της απαξίωσης της παράταξης LREM ως υστερόγραφου του δικοµµατισµού που εδώ και 35 χρόνια εφαρµόζει πολιτικές λιτότητας στο όνοµα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Με άλλα λόγια, αν σε δύο µήνες δεν διατυπωθεί το πλαίσιο ενός νέου κοινωνικού συµβολαίου µίας νέας συναίνεσης, τότε οι ευρωεκλογές στα τέλη του προσεχούς Μαΐου κινδυνεύουν να πάρουν τη µορφή µιας διευρυµένης αποδοκιµασίας-απόρριψης του εγχειρήµατος Μακρόν. Αυτή τη φορά, σε αντίθεση µε την προεδρική εκλογή της άνοιξης του 2017 όπου ο Μακρόν ανέκοψε στο παρά πέντε τη δυναµική εκλογικής πρωτιάς της ακροδεξιάς, ο µεγάλος κερδισµένος θα είναι η Λεπέν και ο Εθνικός Συναγερµός.

Υπάρχει άλλωστε και το προηγούµενο της πρωτοβουλίας του Λουδοβίκου 16ου το 1789, όταν λίγους µήνες πριν από την πτώση της Βαστίλλης επιχείρησε να καταγράψει τη δυσαρέσκεια και την οργή της κοινωνίας σε ειδικά βιβλία όπου ο κάθε πολίτης µπορούσε να διατυπώσει τα παραπόνά του, τις προσδοκίες και τις ελπίδες του. Η πρωτοβουλία αυτή αντί να εκτονώσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια θεωρείται ότι επιτάχυνε τη δυναµική της ανατρεπτικής ρήξης.

Θεσμικό αδιέξοδο

Προφανώς η πρωτοβουλία Μακρόν για τον µεγάλο διάλογο είναι µια έµµεση, αλλά σαφής οµολογία του θεσµικού αδιεξόδου στο οποίο εγκλωβίσθηκε σιγά σιγά η Γαλλία τις τελευταίες δεκαετίες µε τη συνεχή υπερενίσχυση των αρµοδιοτήτων του προέδρου. Τελευταίος σταθµός προς τη συγκρότηση µιας µοναρχικής προεδρίας ήταν η συνταγµατική µεταρρύθµιση το φθινόπωρο του 2000 που µείωσε τη θητεία του πρόεδρου από επτά σε πέντε χρόνια, µια διάρκεια ίδια µε τη θητεία της Βουλής.

Ακολούθησε η διεξαγωγή της προεδρικής εκλογής του 2002 σε δύο γύρους και αµέσως µετά οι βουλευτικές εκλογές οι οποίες στην πράξη έγιναν υστερόγραφο της εκλογής του προέδρου, στην ουσία ένας τρίτος γύρος της κύριας εκλογικής αναµέτρησης.

Έτσι έπαυσε να υπάρχει ως εναλλακτική λύση, ως βαλβίδα εκτόνωσης πολιτικής αποσταθεροποίησης η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, που είτε θα έδινε στον πρόεδρο νέα λαϊκή νοµιµοποίηση είτε θα τον υποχρέωνε σε συγκατοίκηση µε τη νέα πλειοψηφία της Βουλής. Προφανώς είναι πολύ δύσκολο να φαντασθούµε τον µεγάλο διάλογο να υποκαθιστά την ανάγκη µιας ριζικής συνταγµατικής µεταρρύθµισης. Η πρόκληση όµως δεν είναι µόνον θεσµική αλλά και πολιτική.

Αν δεν αντιστραφούν εγκαίρως πριν από τις ευρωεκλογές οι δηµοσκοπικές καταγραφές που δείχνουν συνεχή συρρίκνωση των ποσοστών του Μακρόν, εύλογα τίθεται το ερώτηµα µε ποια λαϊκή νοµιµοποίηση θα µπορεί να ασκεί τις υπερεξουσίες του προέδρου για µία ακόµη τριετία.

«Αµαρτίες» Μιτεράν παιδεύουσι Μακρόν

Όλες οι ελπίδες Μακρόν πλέον επενδύονται στην επιτυχία του µεγάλου διαλόγου, ένα εγχείρηµα που µοιάζει µε πορεία ενάντια στο ρεύµα: Ο διάλογος έχει ως προαπαιτούµενα την ηρεµία, τη σταθερότητα την αναζήτηση σύνθεσης και συναίνεσης σε µια χώρα που αναπτύσσονται ανταγωνιστικές µορφές ριζοσπαστικοποίησης σε ολόκληρο το πολιτικό φάσµα, που απειλούν µε περιθωριοποίηση τον πρόεδρο και την παράταξη LREM.

Όποιες και να είναι οι ευθύνες του στα σχεδόν δύο χρόνια της θητείας του, ο Μακρόν είναι προφανές ότι πληρώνει το κόστος µιας συνεχούς περιοριστικής δηµοσιονοµικής πολιτικής αλλά και µείωσης της κοινωνικής προστασίας που καταγράφεται συνεχώς από τη στροφή της πολιτικής Μιτεράν την άνοιξη του 1983.

Τότε οι Σοσιαλιστές αναγνώρισαν ότι η ρήξη µε τον καπιταλισµό -που ήταν το πρόγραµµα διακυβέρνησης του Σοσιαλιστικού Κόµµατος από το 1971 αλλά κα του κοινού προγράµµατος της Αριστεράς του 1972- ήταν ασύµβατη µε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση έστω και στη γερµανική και βορειοευρωπαϊκή σοσιαλδηµοκρατική εκδοχή της… Από τότε µέχρι και σήµερα όλοι οι διάδοχοι του Μιτεράν, ο Σιράκ, ο Σαρκοζί, ο Ολάντ και τώρα ο Μακρόν, προσπαθούν να διασφαλίσουν την ισοτιµία της Γαλλίας µε τη Γερµανία στους ευρωπαϊκούς συσχετισµούς µε µια συνεχή σκληρή δηµοσιονοµική προσαρµογή που έχει προ πολλού ξεπεράσει τις αντοχές της γαλλικής κοινωνίας και κυρίως της συµπιεσµένης µεσαίας τάξης.

Οι διαδηλωτές των «Κίτρινων Γιλέκων» δεν θυµίζουν ούτε τους φοιτητές του Μάη του 1968 ούτε τους δηµοσίους υπαλλήλους της τρίµηνης απεργιακής θύελλας του τέλους του 1995. Αυτήν τη φορά τον τόνο τον δίνουν αυτοί που µέχρι τώρα αποτελούσαν τη σιωπηρή πλειοψηφία.

Γαλλίακίτρινα γιλέκαΕμανουέλ Μακρόν