Θέατρο|09.08.2022 07:50

ΑΙΑΣ από το Εθνικό Θέατρο: Εξαιρετική «πρώτη ύλη», προβληματικό αποτέλεσμα

Κατερίνα Πεσταματζόγλου
Σετ φωτογραφιών, σύρετε προς τα αριστερά

Αν δούμε τον «Αίαντα» σαν «παράσταση γνωριμίας» του Αργύρη Ξάφη με τα αρχαία τραγικά κείμενα από τη θέση του σκηνοθέτη, παρατηρούμε πως έχει να προτείνει ενδιαφέροντες τρόπους ανάγνωσης της αρχαίας τραγωδίας. Στον «Αίαντα» όμως οι φόρμες που δοκιμάστηκαν φάνηκαν κενές και αμήχανες, παρά τη σθεναρή υποστήριξη των ηθοποιών και την άρτια θεωρητική τεκμηρίωση. Η σκηνοθετική καθοδήγηση δε φάνηκε τολμηρή και δεν υπέδειξε στους συντελεστές τις σωστές κατευθύνσεις. Επειδή η έννοια του χρόνου κατέχει ιδιαίτερη θέση στον «Αίαντα», θα πω ότι συν τω χρόνω τα ετερογενή στοιχεία που ο σκηνοθέτης προσπάθησε να συστεγάσει κάτω απ’ την ίδια σκηνική ομπρέλα θα αποκτήσουν την απαραίτητη ώσμωση και σίγουρα οι επόμενες παραστάσεις αρχαίου δράματος από τον Αργύρη Ξάφη θα είναι πολύ πιο εύστοχες και συμπαγείς.

ΚΕΙΜΕΝΟ

Η καλοδουλεμένη μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου, λαγαρή και ποιητική, δεν ταίριαξε με το ύφος της παράστασης. Αν είναι τάση ο συγκερασμός μοντέρνου ύφους και λόγιας μετάφρασης, την υποστηρίζω εάν και εφόσον μπορεί να ευδοκιμήσει. Θυμίζω την φετινή φεστιβαλική «Αντιγόνη» σε σκηνοθεσία Αλ. Ραπτοστάσιου όπου χρησιμοποιήθηκε η εξίσου περίτεχνη μετάφραση του Παναγιωτόπουλου: ενώ η σκηνοθετική πρόταση ήθελε την τραγωδία να λαμβάνει χώρα στο πλατό ενός δελτίου ειδήσεων κι ενώ στη σκηνή βλέπαμε από τον bodyguard του Κρέοντα μέχρι τη μακιγιέζ του στούντιο, τα λόγια τους ήταν ένα βήμα πριν την καθαρεύουσα. Ελκυστική ιδέα που όμως δεν τελεσφόρησε και οδήγησε το εγχείρημα σε καταβύθιση.

Στον «Αίαντα» του Εθνικού Θεάτρου η απόσταση ανάμεσα στη μετάφραση και την παράσταση ήταν καταφανώς πιο μετριασμένη, αλλά αισθητά υπαρκτή. Παρά ταύτα το κείμενο δουλεύτηκε ικανοποιητικά από την δραματολόγο της παράστασης Ασπασία-Μαρία Αλεξίου και τον Αργύρη Ξάφη οι οποίοι επιχείρησαν την αντιστροφή των δύο μερών της τραγωδίας: εναρκτήρια σκηνή είναι ο θρήνος της Τέκμησσας πάνω από τον νεκρό Αίαντα. Αργότερα γίνεται ένα «flashback» και βλέπουμε για πρώτη φορά τον Αίαντα, η αυτοκτονία του οποίου γίνεται στο τέλος αντί για τη μέση.

Ακόμη και μέσα σε αυτή τη συνθήκη το κείμενο παρουσιάστηκε πλήρες νοημάτων, ενώ η αντιστροφή του έδωσε στον σκηνοθέτη (βοηθοί του οι Μαρία Σαββίδου και Μάγια Κυριαζή) την ευκαιρία ενός θεαματικού φινάλε που υπογραμμίζει την κατίσχυση ενός κόσμου έναντι κάποιου άλλου: η παλιά ηθική του γνήσιου ηρωισμού και της εντιμότητας σκοτώνεται μαζί με τον Αίαντα και μέσα απ’το αίμα του αναδύεται ο νέος κόσμος που εκπροσωπεί ο Οδυσσέας – ένας κόσμος πονηριάς και διπλωματίας.

ΧΟΡΟΣ

Οι Σαλαμίνιοι ναύτες έδωσαν τη θέση τους σε ένα σύνολο δροσερών και ταλαντούχων παιδιών που όμως η ορμή και ο δυναμισμός τους σπαταλήθηκε ατελέσφορα. Ελαφρώς ανερμάτιστος φάνηκε ο χορός, δίχως πειθώ απέναντι στον Αίαντα, δίχως κύρος, δίχως γενναιότητα. Ο αρωγός και συμπαραστάτης χορός που πασχίζει να μεταπείσει τον Σαλαμίνιο βασιλιά μετατράπηκε σε ένα μπουκέτο ευειδών αγοριών και κοριτσιών που θα ταίριαζαν άριστα σε άλλο είδος θεάτρου. Οι χορογραφίες της Χαράς Κότσαλη εκτελέστηκαν άψογα από τους: Ασημίνα Αναστασοπούλου, Δημήτρης Γεωργιάδης, Αφροδίτη Κατσαρού, Ερατώ Καραθανάση, Φάνης Κοσμάς , Λάμπρος Κωνσταντέας , Ευσταθία Λαγιόκαπα, Αλκιβιάδης Μαγγόνας, Ειρήνη Μπούνταλη, Φώτης Στρατηγός.

Ο σκηνοθέτης εξηγεί την επιλογή του μεικτού χορού: «κάθε στρατιώτης έχει τη δική του Τέκμησσα, το δικό του λάφυρο πολέμου και η οπτική στα γεγονότα διαθλάται συμπυκνωμένα και απροσδόκητα». Και πάλι όμως, δεν μεταφέρθηκε στο κοινό τίποτε από τα επιδιωκόμενα, παρά μόνο μια νεανική φρεσκάδα που φάνταζε σαν ξένο σώμα μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο θρήνου και σπαραγμού.

ΕΡΜΗΝΕΙΕΣ

Η σκηνική μεταφορά των ηρώων φάνηκε ελαφρώς μονομερής παρά τους άξιους ηθοποιούς που επωμίστηκαν το βάρος τους. Παράδειγμα ο Αίας (Στάθης Σταμουλακάτος). Στο κείμενο του Σοφοκλή συναντάμε τη λέξη «μέγας» τριάντα έξι φορές (!) για να υπερτονιστεί το μεγαλείο του Αίαντα. Αν και η πληθωρική παρουσία του Στ. Σταμουλακάτου θα ήταν ιδανική για το ρόλο του «πύργου των Αχαιών», στην παράσταση είδαμε μόνο έναν θυμωμένο Αίαντα που με τη βροντερή φωνή του αντί να συνεπάρει το κοινό, εξομοίωσε τόσο την ένταση των λέξεων που οι μονόλογοι βγήκαν τονικά προβλέψιμοι. Κανονικά ο Αίαντας, στον τελευταίο του μονόλογο φερ’ ειπείν, ξεκινά ήρεμα, μετά ρίχνει μια κατάρα, έπειτα συνεχίζει συγκινητικά κ.ο.κ. Στην Τέκμησσα φέρεται απότομα όταν εκείνη προσπαθεί να τον αποτρέψει απ’ την αυτοκτονία. Στον φημισμένο παραπλανητικό του λόγο φαίνεται σώφρων και εύγλωττος αν και πικραμένος. Όλες αυτές τις αποχρώσεις δεν τις είδαμε. 

Αντίστοιχα ο Οδυσσέας πέρα απ’ την πονηριά του, δείχνει μεγαλοψυχία και αξιοθαύμαστη προσαρμοστικότητα στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις. Ο Δημήτρης Ήμελλος παρά την καλοδουλεμένη φυσικότητά του δεν ανέδειξε τον καταλυτικό ρόλο του Οδυσσέα μέσα στο στρατόπεδο των Ατρειδών.

Οι έμπειροι Γιάννης Νταλιάνης (Μενέλαος) και Νίκος Χατζόπουλος (Αγαμέμνων) υποστήριξαν τα επιχειρήματα των δύο αδελφών και φώτισαν ωραία την αυστηρότητα και τη μικροψυχία τους. Ο ικανότατος Χρίστος Στυλιανού ως Τεύκρος κινήθηκε σε παρόμοιο ερμηνευτικό δρόμο με τον αδελφό του, Αίαντα, παρουσιάζοντας έναν Τεύκρο που θρηνεί φωνάζοντας αδιαλείπτως. Η Εύη Σαουλίδου εξαιρετική Τέκμησσα μα σκηνοθετικά αδικημένη όπως και η Δέσποινα Κούρτη, η οποία έδωσε μια εκδικητική, αεικίνητη Αθηνά που έχει απεμπολήσει κάθε θεϊκή διάσταση.

ΜΟΥΣΙΚΗ

Ίδιον της παράστασης ο συνδυασμός ανομοιογενών στοιχείων. Από τη μία ένα ψυχρό τοπίο με χειμωνιάτικα κοστούμια κι από την άλλη ο ήχος των χάλκινων πνευστών (κόρνο, τρομπόνι, τούμπα, φλικόρνο κ.ά.) που με τη ζεστή χροιά τους προσπαθούσαν να αντισταθμίσουν την κρύα αίσθηση της σκηνής. Δυστυχώς ούτε αυτό το πάντρεμα καρποφόρησε. Η σκηνική παρουσία των αξιόλογων μουσικών (Μάνος Βεντούρας, Σπύρος Βέργης, Στέφανος Δαφνής, Μενέλαος Μωραΐτης) δεν ήταν δεμένη οργανικά με το υπόλοιπο σύνολο όσο κι αν γίνονταν προσπάθειες διάδρασης μεταξύ μουσικών – ηθοποιών. Συγχρόνως οι εξαίρετες μα όχι και τόσο πρωτότυπες συνθέσεις του Κορνήλιου Σελαμσή δεν υπογράμμισαν όλα τα δραματικά σημεία της παράστασης. Εν ολίγοις η μουσική δεν συνεισέφερε τα μέγιστα ώστε να τραβήξει την προσοχή του θεατή.

ΣΚΗΝΟΓΡΑΦΙΑ

Η Μαρία Πανουργιά με τη βοήθεια της Σοφίας Θεοδωράκη, έδωσε μια σκηνογραφία λιτή μα λειτουργική. Διάσπαρτοι βράχοι και δεξιά ένα τολ καλυμμένο με διάφανο υλικό που πήρε το ρόλο της σκηνής των Αχαιών αλλά και του απόκοσμου «θερμοκηπίου» μέσα στο οποίο έγινε η σφαγή των ζώων από τον Αίαντα. Το πάτωμα λευκό, βραχώδες, παγερό αλλά φτιαγμένο από αφρώδες υλικό ώστε να διευκολύνει τις κινήσεις των ηθοποιών.

ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ

Δυστυχώς αυτή τη φορά οι ενδυματολογικές επιλογές της πάντα δημιουργικής Ιωάννας Τσάμη (με βοηθό την Ιφιγένεια Νταουντάκη), δεν στάθηκαν αντάξιες του μεγέθους των ηρώων. Νιτσεράδες με κουκούλες εν είδει κάπας κι από μέσα πουκάμισα και απλά παντελόνια ευτέλιζαν την όψη των ένδοξων στρατηλατών και του χορού. Το κίτρινο παλτό της Τέκμησσας με την πλούσια γούνα ή το χρυσό σακάκι της Αθηνάς δεν στάθηκαν αρκετά για να αποτρέψουν την αποτύπωση μιας ευτελούς ενδυματολογικής εικόνας, ενώ ταυτόχρονα οι γραβάτες, οι τιράντες και άλλα «δυτικότροπα» αξεσουάρ αφαιρούσαν από τη θεατρικότητα και το μεγαλείο της αρχαίας τραγωδίας, στριμώχνοντάς το στα μικρά καλούπια της καθημερινής ζωής. Κάπως πήγε να σωθεί η κατάσταση χάρη στα κοστούμια του χορού στο δεύτερο μισό, αλλά και πάλι δεν ανταποκρίθηκαν αρκούντως στις απαιτήσεις του «τραγικού».

ΦΩΤΙΣΜΟΙ

Ο Αλέκος Αναστασίου χάρισε στην παράσταση πολλά βλέμματα θεατών που είχαν χαθεί κάπου στα βουνά της Επιδαύρου ή χάζευαν τους υπέρτιτλους. Έξυπνοι, ενδιαφέροντες, ταιριαστοί, βοηθητικοί φωτισμοί.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Ταλαντούχοι ηθοποιοί εκφωνούσαν – φώναζαν μια περίτεχνη μετάφραση ντυμένοι μέτρια σε μια σκηνοθεσία που παρά τις πολλές θετικές στιγμές της, άφησε τη γεύση μιας αμηχανίας. Εξαιρετική «πρώτη ύλη», προβληματικό αποτέλεσμα.