Green Day: Για πρώτη φορά στην Ελλάδα - Από τις punk αποθήκες του Όκλαντ στα στάδια όλου του κόσμου
Για όσους έζησαν το «Basket Case» στις κασέτες του walkman και για όσους ανακάλυψαν πρόσφατα το «American Idiot» στο TikTok, οι Green Day συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Και τώρα, για πρώτη φορά, αυτός ο θρύλος έρχεται στην Ελλάδα🕛 χρόνος ανάγνωσης: 10 λεπτά ┋

Στις 6 Ιουλίου, το ΟΑΚΑ θα φιλοξενήσει για πρώτη φορά στην Ελλάδα ένα από τα πιο ιστορικά και αγαπημένα συγκροτήματα της παγκόσμιας ροκ σκηνής, τους Green Day. Η ανακοίνωση και μόνο της εμφάνισής τους προκάλεσε κύματα ενθουσιασμού και συγκίνησης στους Έλληνες fans τους, που περίμεναν αυτή τη στιγμή για δεκαετίες.
Μαζί με τους Green Day θα εμφανιστούν οι The Kooks και οι Inhaler — δύο από τα σημαντικότερα ονόματα της βρετανικής alternative σκηνής — επίσης για πρώτη φορά στη χώρα μας, ενώ τη βραδιά θ' ανοίξουν οι The Overjoyed, με τον δικό τους δυναμικό punk ήχο.
Οι ρίζες των Green Day απλώνονται στο Όκλαντ της Καλιφόρνιας, όταν οι Billie Joe Armstrong και Mike Dirnt δημιούργησαν τους Sweet Children, ένα συγκρότημα που γεννήθηκε μέσα από την αδρεναλίνη της νιότης και την αγάπη για το ωμό punk rock. Στην αρχή, έπαιζαν σε μικρά κλαμπ και αυτοσχέδιες σκηνές — αποθήκες που έσφυζαν από ιδρώτα, ένταση και ακατέργαστο ήχο — επηρεασμένοι από συγκροτήματα όπως οι Ramones, οι Sex Pistols και οι Clash. Η μουσική τους ήταν αχαλίνωτη, γρήγορη και γεμάτη χιούμορ. Σύντομα, προστέθηκε στο σχήμα ο ντράμερ John Kiffmeyer (γνωστός και ως Al Sobrante), δίνοντας νέα ώθηση στον ήχο τους.
Το «39/Smooth», που κυκλοφόρησε το 1990, αποκάλυψε από νωρίς το ανεξάντλητο δυναμικό της μπάντας. Οι θεματικές της ενηλικίωσης, της ανάγκης για αγάπη και της μοναξιάς διαπερνούσαν τον δίσκο, βάζοντας τα θεμέλια για τον χαρακτηριστικό ήχο των Green Day. Εναν punk rock ήχο αυθεντικό, γεμάτο πάθος, που θα εξελίσσονταν και θα ωρίμαζε μέσα στα επόμενα χρόνια.
Μετά την κυκλοφορία του «39/Smooth», ο Kiffmeyer αποχώρησε για να συνεχίσει τις σπουδές του, παραμένοντας ωστόσο κοντά στο συγκρότημα μ' έναν άτυπο ρόλο μάνατζερ. Τη θέση του ανέλαβε ο Tre Cool από τους The Lookouts, ο οποίος γρήγορα καθιερώθηκε ως μόνιμο μέλος. Με αυτή τη νέα, πιο σταθερή σύνθεση, οι Green Day κυκλοφόρησαν το 1991 τον δεύτερο δίσκο τους, «Kerplunk!», ένα έργο που ανέδειξε τη σκοτεινότερη και πιο ανήσυχη πλευρά τους.

Στο «Kerplunk!», η μπάντα παρέμεινε πιστή στον εκρηκτικό punk ρυθμό, εμπλουτισμένο όμως με απαισιόδοξες νότες και πιο ώριμες θεματικές. Τραγούδια όπως τα «2,000 Light Years Away», «Christie Road» και «One of My Lies» επιβεβαίωναν την ικανότητά τους να γράφουν κολλητικές, ζωντανές μελωδίες, ενώ το «No One Knows» φανέρωνε ένα πιο ευάλωτο, φορτισμένο συναισθηματικά βάθος. Παρά την πρόοδο, ο ήχος τους παρέμενε ωμός και ανεπιτήδευτος — καρπός της DIY φιλοσοφίας και της συνεργασίας τους με τον παραγωγό Andy Ernst. Στον κόσμο της μουσικής, οι Green Day εξακολουθούσαν να θεωρούνται «ανεξάρτητοι».
Ωστόσο, η επιτυχία του «Kerplunk!» δεν μπορούσε ν' αγνοηθεί. Δέκα χιλιάδες αντίτυπα πουλήθηκαν την πρώτη μέρα, ενώ σύντομα οι συνολικές πωλήσεις άγγιξαν τα εκατομμύρια. Η φήμη τους εκτοξεύτηκε και το ενδιαφέρον των μεγάλων δισκογραφικών ήταν πλέον αναπόφευκτο. Ξεκίνησε ένας αγώνας προσφορών, τον οποίο τελικά κέρδισε η Reprise Records, με την μπάντα να ξεκινά συνεργασία με τον παραγωγό Rob Cavallo. Η μετάβαση αυτή στο mainstream δίχασε το κοινό. Πολλοί φανατικοί της ανεξάρτητης σκηνής θεώρησαν πως η μπάντα «ξεπουλήθηκε». Μάλιστα, το ιστορικό 924 Gilman Street τους απαγόρευσε την είσοδο, τηρώντας με συνέπεια τους κανόνες της DIY κοινότητας. Ωστόσο, η συνέχεια έμελλε να τους δικαιώσει πανηγυρικά.
Η πρώτη τεράστια επιτυχία τους
Το 1994 κυκλοφόρησε το «Dookie», το πρώτο τους άλμπουμ υπό μεγάλη δισκογραφική στέγη και μια από τις πιο καθοριστικές δουλειές στην ιστορία του punk και pop punk. Η παραγωγή του Cavallo έδωσε νέα καθαρότητα στον ήχο τους, χωρίς να θυσιάσει τη χαρακτηριστική τους ενέργεια και τη φλόγα. Τα τραγούδια είναι καταιγιστικά, γεμάτα ρυθμό και ένταση, καθώς ο Armstrong τραγουδά για την πλήξη, τη μοναξιά και τον υπαρξιακό θυμό με ειλικρίνεια και σαρκασμό.
Η επιρροή του «Dookie» στην ποπ κουλτούρα υπήρξε τεράστια. Ο δίσκος έφερε το punk και το pop punk στο προσκήνιο με τρόπο που κανείς δεν είχε καταφέρει πριν. Ο δημοσιογράφος Saeed Saeed του The National υποστήριξε πως το άλμπουμ άνοιξε τον δρόμο για συγκροτήματα όπως οι The Offspring, Sum 41 και Blink-182. Μέχρι το τέλος του 1994, το «Dookie» είχε γίνει τριπλά πλατινένιο, ενώ μέχρι το τέλος της δεκαετίας ξεπέρασε τα 10 εκατομμύρια αντίτυπα. Ακόμα και σήμερα, πάνω από τριάντα χρόνια μετά την κυκλοφορία του, τραγούδια όπως «Basket Case», «When I Come Around», «Longview» και «Welcome to Paradise» παραμένουν αγαπημένα του κοινού.
Το τέταρτο άλμπουμ τους, με τίτλο «Insomniac», κυκλοφόρησε το 1995 και, σύμφωνα με μια εκδοχή, πήρε αυτόν τον τίτλο, επειδή ο Armstrong δεν μπορούσε να κοιμηθεί κατά την εποχή που ηχογράφησης, λόγω του κλάματος του γιου του, Joy. Στη συνέχεια, συνεργάστηκαν ξανά με τον Rob Cavallo και συμφώνησαν πως πρέπει ν' αλλάξει ο ήχος τους. Κυκλοφόρησαν το άλμπουμ «Nimrod», το οποίο είχε εντελώς διαφορετικό ύφος από τις προηγούμενες δουλειές τους. Το τραγούδι που έκανε τη διαφορά ήταν μια ακουστική μπαλάντα με τίτλο «Time of your life (Good Riddance)», το οποίο μέχρι και σήμερα αποτελεί το πιο δημοφιλές μουσικό κομμάτι γάμου.
Για το επόμενο άλμπουμ τους, οι Green Day αποφάσισαν να χωρίσουν τους δρόμους τους με τον παραγωγό Rob Cavallo, καθώς υπήρξαν διαφωνίες ως προς τη μουσική κατεύθυνση που έπρεπε ν' ακολουθήσουν. Έτσι, το «Warning» κυκλοφόρησε το 2000. Μεταξύ άλλων, το άλμπουμ ήταν επηρεασμένο από το θρυλικό «Bringing It All Back Home» του Bob Dylan, και παρουσίασε μια ηχητική στροφή, απομακρυσμένη από τις ταχύτατες και εκρηκτικές punk επιτυχίες των ‘90s. Στο νέο δίσκο, οι Green Day επιδίδονται σε πειραματισμούς με πιο αργά alternative rock και folk-punk κομμάτια, επεκτείνοντας τις ηχητικές αναζητήσεις που ξεκίνησαν στο «Nimrod».
Μια μπάντα που δεν έμεινε ποτέ στάσιμη
Το επόμενο εγχείρημα, με τίτλο «Cigarettes and Valentines», ηχογραφήθηκε το 2003, όμως λίγο πριν την κυκλοφορία του, οι κύριες ηχογραφήσεις εκλάπησαν. Αντί να ξαναηχογραφήσουν το υλικό, οι Green Day αποφάσισαν να ξεκινήσουν από την αρχή. Το αποτέλεσμα ήταν το «American Idiot» (2004), ένας δίσκος που θα γινόταν ο δεύτερος πιο επιτυχημένος της καριέρας τους. Ο πολιτικός και κοινωνικός συγκείμενος της εποχής έπαιξε καθοριστικό ρόλο.
Μουσικά, το άλμπουμ επιστρέφει στην ωμή ενέργεια και την ταχύτητα του punk, διατηρώντας όμως μια θεατρική αύρα που ενίσχυσε τον αφηγηματικό χαρακτήρα του (το άλμπουμ μεταφέρθηκε μέχρι και στο Broadway). Παρά τις μπαλάντες, όπως το «Wake Me Up When September Ends» και το μελαγχολικό «Whatsername», οι Green Day παραμένουν πιστοί στον ήχο τους, ενώ τολμούν και πιο σύνθετες μορφές, με τραγούδια που αλλάζουν φάσεις ή ενώνονται μεταξύ τους. Η επιτυχία ήταν τεράστια. Πολυπλατινένιο άλμπουμ, παγκόσμια αναγνώριση και τραγούδια που έγιναν διαχρονικά, όπως το «Boulevard of Broken Dreams».
Μετά ακολούθησε παύση, περιοδείες και αναζήτηση νέας μουσικής ταυτότητας. Η επόμενη κίνηση ήταν το «21st Century Breakdown» (2009), σε παραγωγή Butch Vig (γνωστός από το «Nevermind» των Nirvana). Το άλμπουμ συνέχισε το θεατρικό ύφος του προκατόχου του, με νέα πρόσωπα. Πολιτική και κοινωνική οργή, θέματα επανάστασης, αλλά και μπαλάντες όπως το «21 Guns» και το «Restless Heart Syndrome», συνθέτουν ένα έργο πιο μελαγχολικό και πολυσύνθετο. Παρότι δεν έφτασε τη φήμη του «American Idiot», σημείωσε εμπορική επιτυχία και αποδείχθηκε ένα δυνατό follow-up.
Το 2012, οι Green Day κυκλοφόρησαν όχι ένα, ούτε δύο, αλλά τρία άλμπουμ. Με εμφανή επιρροή από τον ήχο του «Dookie», υιοθέτησαν έναν πιο ελαφρύ και ποπ ήχο, με στίχους που θύμιζαν την παλιά τους εποχή. Αν και οι κριτικές ήταν ανάμεικτες, κομμάτια όπως το «Let Yourself Go» και το «Brutal Love» έδειχναν ότι διατηρούσαν ακόμα την ικανότητα να γράφουν πιασάρικα και συναισθηματικά τραγούδια. Κατά τη διάρκεια του iHeart Radio Festival εκείνης της χρονιάς, ο Billie Joe Armstrong ξέσπασε στη σκηνή, θεωρώντας ότι έκοψαν το set τους πρόωρα. Μετά το ξέσπασμα και την καταστροφή της κιθάρας του, εισήχθη σε κέντρο αποτοξίνωσης, ενώ το συγκρότημα θα έμπαινε σύντομα στο Rock & Roll Hall of Fame (2015).
Το 2016, κυκλοφόρησαν το «Revolution Radio», πιο σκοτεινό και κοινωνικά φορτισμένο, γεμάτο σκληρούς ρυθμούς και θέματα βίας, απογοήτευσης και κοινωνικής αστάθειας. Τραγούδια όπως το «Bang Bang» αναδεικνύουν ένα πιο πολιτικοποιημένο ύφος, ενώ κομμάτια όπως το «Ordinary World» και το «Forever Now» ενσωματώνουν τρυφερές στιγμές. Το 2020, λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, κυκλοφόρησαν το «Father of All…», ένα άλμπουμ μικρής διάρκειας, με garage rock πινελιές, φρενήρη ρυθμούς και ανάλαφρη διάθεση. Μπορεί να μην έσπασε ταμεία, αλλά πρόκειται για έναν ξεχωριστό σταθμό στην καλλιτεχνική τους πορεία.
Το 2024, επέστρεψαν με το «Saviors», συνεχίζοντας το πιο σκληρό ύφος των «Revolution Radio» και «American Idiot», αλλά με πιο ανάλαφρο τόνο. Τραγούδια όπως τα «The American Dream Is Killing Me», «1981» και «Look Ma, No Brains!» αποκαλύπτουν το νεανικό πνεύμα και το πολιτικό σχόλιο, ενώ πιο συναισθηματικά κομμάτια, όπως το «Dilemma» και το «Father to a Son», δίνουν βάθος στο άλμπουμ.
Να μην νιώσει κανείς μόνος
Μέχρι και σήμερα, οι Green Day συνεχίζουν να εξελλίσονται, χωρίς ποτέ να προδίδουν τον πυρήνα τους. Κάθε τους άλμπουμ είναι μια νέα εποχή, μια νέα φωνή, ένα ακόμα μήνυμα πως, ό,τι κι αν ζεις, δεν είσαι ο μόνος που το νιώθει.
Ίσως τελικά να μην μεγαλώσαμε ποτέ. Απλώς οι εποχές άλλαξαν, τα τραγούδια έγιναν πιο σύνθετα, τα όνειρα πιο κουρασμένα. Αλλά κάθε φορά που ακούμε το «When I Come Around», επιστρέφουμε εκεί. Στο δωμάτιο με την αφίσα στον τοίχο, στο πρώτο καλοκαίρι που ερωτευτήκαμε, στην εποχή που οι Green Day μάς έμαθαν να φωνάζουμε, να νιώθουμε, να υπάρχουμε. Και αυτή η φωνή — ακόμα και τώρα — λέει ένα πράγμα: «Δεν είσαι μόνος».
Κραυγή απόγνωσης Έλληνα κτηνοτρόφου στο OPEN: «Ποια φέτα; Σε λίγο δε θα έχουμε γάλα ούτε για γιαούρτι»
Δύσκολες ώρες για τον πατέρα της Μέγκαν Μαρκλ - Ακρωτηριάστηκε το πόδι του και νοσηλεύεται στην εντατική
Κλήρωση Μουντιάλ 2026: Οι 12 όμιλοι για το μεγάλο ποδοσφαιρικό ραντεβού του καλοκαιριού
«Η Τουρκία εγκαταλείπει τα S-400 και ξεκινάει να προμηθεύεται F-35», λέει ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr
δημοφιλές τώρα: 



