• Πολιτική
  • Οικονομία
    • Market
  • Ελλάδα
  • Κόσμος
  • Αθλητισμός
  • Απόψεις
  • Videos
  • Ψυχαγωγία
    • Τηλεόραση
  • Food & Drink
    • Συνταγές
  • Travel
  • Υγεία
  • Παιδεία
  • Πολιτισμός
    • Βιβλίο
    • Θέατρο
    • Μουσική
    • Cinema
  • Καιρός
  • Τεχνολογία
  • Auto
  • Moto
  • Viral
  • Ιστορία
    • Σαν σήμερα
  • Κατοικίδιο
  • Fashion & Design
  • Πρωτοσέλιδα
αναζήτηση άρθρου
Ακολουθήστε το Έθνος στα κοινωνικά δίκτυα
Subscribe to our YouTube Channel Follow us on FaceBook Follow us on Instagram
Κατέβαστε την εφαρμογή του Έθνους για κινητά
ΕΘΝΟΣ on AppStore ΕΘΝΟΣ on PlayStore
ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ
ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ COOKIES
ΠΟΙΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ
ΑΡΘΟΓΡΑΦΟΙ
  • Πολιτική
  • Οικονομία
  • Ελλάδα
  • Κόσμος
  • Αθλητισμός
  • Ψυχαγωγία
  • Food & Drink
  • Travel
  • Viral
BREAKING NEWS:
Σεισμός τώρα: 4,2 Ρίχτερ ανάμεσα σε Κρήτη και ΑντικύθηραΕΛΑΣ: Εξάρθρωσε εγκληματική οργάνωση που «ξάφριζε» κατοικίες σε όλη τη χώρα - 12 συλλήψειςΜαζική κλιμάκωση από τους αγρότες: Ένταση σε αεροδρόμια και τελωνεία - Νέα μπλόκα από Δευτέρα και κυβέρνηση σε… σκληρή γραμμήΆνω Λιόσια: Εγκατέλειψε τη 2χρονη ανιψιά του σε κλεμμένο ΙΧ ενώ τον καταδίωκε η ΕΛΑΣ
δημοφιλές τώρα: Κραυγή απόγνωσης Έλληνα κτηνοτρόφου στο OPEN: «Ποια φέτα; Σε λίγο δε θα έχουμε γάλα ούτε για...
Homepage ┋   Ιστορία   ┋   30.05.2025 11:29
Νίκος Τζιανίδης
Νίκος Τζιανίδης

Συντάκτης-Αρθρογράφος

Ενότητες στο άρθρο: 📌 Λογάριασα χωρίς τα στούκας📌 Περίμενα μ’ αγωνία να βραδιάσει📌 Σχίσαμε από ένα κομμάτι απ’ τον αγκυλωτό σταυρό📌 Βγήκαν ξινά τα γλέντια των Γερμαναράδων📌 Η ώρα των χαφιέδων...

O Λάκης Σάντας θυμόταν: «Η σημαία με τη σβάστικα πλάκωνε καταθλιπτικά όλη την Αθήνα. Να, τί πρέπει να τους κάνουμε!»

🕛 χρόνος ανάγνωσης: 11 λεπτά   ┋

επόμενο άρθρο  

Ήταν 30 Μαΐου του 1941. Δυο νεαροί φοιτητές, ο Μανώλης Γλέζος και ο Απόστολος Σάντας κατεβάζουν τη γερμανική σημαία από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης· είναι η πρώτη αναγνωρισμένη αντιστασική πράξη εναντίον των Ναζί στην Ευρώπη!

Ο Απόστολος-Λάκης- Σάντας «έφυγε» την τελευταία μέρα του Απρίλη του 2011 ένα χρόνο πριν πατήσει τα 90 χρόνια του.
Η ιστορία του σπουδαίου αντιστασιακού, που κυνηγήθηκε απηνώς και από Ναζί και από Ταγματασφαλίτες και από τους Έλληνες μετά την απελευθέρωση είναι συγκλονιστική.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Ιστορία | 28.05.2021 17:40
Σαν σήμερα 30 Μαΐου: Ο Μανώλης Γλέζος και ο Λάκης Σάντας κατεβάζουν τη σβάστικα από την Ακρόπολη
Σαν Σήμερα | 30.05.2024 00:00
Μανώλης Γλέζος-Λάκης Σάντας: γλύτωσαν από τους Γερμανούς, όχι όμως κι από τους Έλληνες!
Στις 31 Μαΐου του 1941 η Κομαντατούρ στην Αθήνα εξέδωσε ανακοίνωση: «Κατά τη νύκτα της 30ης προς την 31η Μαΐου υπεξηρέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και οι συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου». Την ίδια εκείνη βραδιά, έπεφτε το τελευταίο ελληνικό κομμάτι γης στις μπότες των στρατιωτών της Βέρμαχτ: η Κρήτη!

Και ο Λάκης Σάντας αφηγήθηκε το τι συνέβη εκείνο το βράδυ στον ερευνητή, μελετητή του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, ποιητή, κριτικού λογοτεχνίας, δημοσιογράφου Ηλία Πετρόπουλου που ζούσε στο Παρίσι· και ο Πετρόπουλος κατέγραψε την ιστόρηση χρόνια μετά διευκρινίζοντας: «Την εποχή που ο Λάκης Σάντας και ο Μανόλης Γλέζος κατέβαζαν την σημαία με την σβάστικα δεν ανήκαν στο Ε.Α.Μ. Η ένταξή τους στην Αντίσταση έγινε το 1942»…

Λογάριασα χωρίς τα στούκας

Αλλά ας διαβάσουμε τη διήγηση του Σάντα: «Όταν το Μέτωπο της Μακεδονίας έσπασε και η Μπότα των Ναζί κατέβαινε και μας πλάκωνε στο στήθος, η πρώτη μου σκέψη ήταν να φύγω με τα υποχωρούντα στρατεύματα για την Αίγυπτο για να συνεχίσω εκεί τον πόλεμο. Λογάριασα όμως χωρίς τα στούκας τα οποία δεν άφησαν ούτε καρυδότσουφλο στον Σαρωνικό Κόλπο. Κι έτσι ανάμεσα στις φλόγες και στις βόμβες των Στούκας είδα να βυθίζονται οι ελπίδες μου για την Αίγυπτο κι έμεινα. Μπήκαν στην Αθήνα μας μια Κυριακή κι έστησαν αμέσως την πολεμική τους σημαία σ’ έναν ψηλό κοντό πάνω στα Αθάνατα Μάρμαρα της Ακρόπολης.
Άπειρα μάτια Ελληνικά δάκρυσαν το πρωινό εκείνο, βλέποντας το σύμβολο των Ούννων να λερώνει το μοναδικό μνημείο του πολιτισμού και της λευτεριάς, τον Παρθενώνα.

Ο Λάκης Σάντας κι ο Μανόλης Γλέζος τότε»Έτσι δάκρυσαν και τα δικά μου. Μα…. ύστερα τα βλέφαρά μου σφίχτηκαν κι άστραψαν από μια φλόγα που θα μπορούσε να λιώσει και ατσάλι ακόμη, κι ήταν αυτή, η φλόγα της συγκρατημένης λύσσας εναντίον τους. Ήταν η φλόγα που μου έλεγε ότι κάτι πρέπει να τους κάνω. Κάτι μεγάλο κάτι που να τους μαστιγώσει σε εκείνα τα αγέρωχα γουρουνίσια μούτρα τους, κάτι προσβλητικό, κάτι πού να τους κάνει να κατεβάσουν εκείνα τα κρύα γαλανά, χωρίς οίκτο κτηνώδη μάτια τους. Κάτι συμβολικό που να τους χτυπήσει όλους μαζί σαν χώρα, σαν λαό και προπαντός σαν στρατό.

»Την ίδια φλόγα είδα τότε στα μάτια πολλών φίλων μου, αλλά προπαντός την διέκρινα και την γνώρισα στα μάτια του Μανώλη του Γλέζου του συμμαθητή μου. Κοιταχτήκαμε στα μάτια και χωρίς κουβέντες συνεννοηθήκαμε. Αρχίσαμε να σκεφτόμαστε τί θα κάναμε. Εν τω μεταξύ οι Ναζίδες είχαν αρχίσει επιχειρήσεις εναντίον της Κρήτης. Πηγαίναμε στο Φάληρο μόνοι μας και μπρος στα αφρισμένα κύματα σκεπτόμαστε τί να τους κάνουμε ακούγοντας από πάνω μας την Λουτβάφφε να μεταφέρει αλεξιπτωτιστές για την Κρήτη. Κι έξαφνα ένα δειλινό πού ήμαστε στο Ζάππειο κι ο ήλιος έγερνε λούζοντας τον ορίζοντα με εκείνα τα χρώματα που μόνο ο Αττικός ουρανός έχει, τα μάτια μας γύρισαν στον βράχο της Ακροπόλεως. Μέσα στο υπέροχο φόντο της δύσης σταθήκαμε και κοιτούσαμε. Και τότε το βλέμμα μας έπεσε πάνω στην Σημαία τους που περήφανα κυμάτιζε ψηλά-ψηλά και η βαρειά σκιά της πλάκωνε καταθλιπτικά όλη την Αθήνα, όλη την Αττική γη. Να, τί πρέπει να τους κάνουμε! ….

Περίμενα μ’ αγωνία να βραδιάσει

»Την άλλη μέρα κιόλας πήγαμε και ανεβήκαμε σαν επισκέπτες στην Ακρόπολη και είδαμε που ακριβώς είναι αυτή η σπηλιά από την οποία θα ανεβαίναμε την νύκτα. Πέρασε κι αυτή η μέρα και ήλθε η επομένη η 30η Μαΐου 1941. Είχαμε ακούσει το βράδυ απ’ το Ραδιόφωνο του Λονδίνου που μας είπε ότι η Κρήτη εγκαταλείφτηκε πια. Πρωί-πρωί οι Ούννοι με τις Εφημερίδες τους και με προκηρύξεις μας ανήγγειλαν γεμάτοι κομπασμό και υπερηφάνεια ότι κατέλαβαν και την τελευταία γωνιά της Ελλάδας την Ηρωική Κρήτη. Δεν ξέρω τι ήταν εκείνο που ένοιωθα μα μου φαίνεται πως ήταν ένα παράπονο μαζί με δυνατό πυρετό. Περίμενα μ’ αγωνία να βραδιάσει. Επί τέλους βράδιασε. Συναντηθήκαμε με τον Μανώλη και ξεκινήσαμε. Όπλα δεν είχαμε τότε. Είχα πάρει μαζί μου μόνον ένα φαναράκι ηλεκτρικό κι ένα μαχαιράκι.

»Φτάσαμε. Κάναμε μια βόλτα στα προπύλαια μέχρι να φτάσει η ώρα 9:30. Τότε είδαμε τους Γερμαναράδες να είναι μαζεμένοι μέσα στο δωμάτιο της εισόδου και να πίνουν κρασί και μπύρες έχοντας και μερικές κακές Ελληνίδες απ’ αυτές που πουλάν τον έρωτα τους στα προπύλαια που είχαν το Φρουραρχείο. Ακούγαμε από μακριά τα κτηνώδη χάχανά τους και τα τραγούδια τους και σφίγγαμε ακόμη περισσότερο τα δόντια μας. Όταν έφθασε η ώρα, κοιταχθήκαμε. Ίσως να μην ξαναβλέπαμε τον ήλιο ν’ ανατέλλει. Είναι αλήθεια ότι νοιώθαμε ένα δυνατό χτυποκάρδι μα αυτό δεν ακουγόταν παρά έξω. Τα στήθη μας τα Ελληνικά το πνίγανε. Είναι γλυκός ο θάνατος όταν πεθαίνεις για τα ιδανικά σου. Σ’ αυτές τις στιγμές δεν έχεις παρά να θυμηθείς την ιστορία. Να θυμηθείς τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες, να θυμηθείς τον Αθανάσιο Διάκο, ή το Μεσολόγγι ή τον Πόλεμο της Αλβανίας κι είσαι εντάξει.
Σφίξαμε τα χέρια, πηδήξαμε τα σύρματα μπήκαμε ανάμεσα στα δέντρα. Συρθήκαμε με την κοιλιά και φτάσαμε στην Σπηλιά. Μπήκαμε μέσα ψηλαφιστά κρατώντας και την αναπνοή μας ακόμη. Αρχίσαμε να σκαρφαλώνουμε απ’ τα μαδέρια της σκαλωσιάς που είχαν φτιάξει οι Αρχαιολόγοι για ανασκαφές.

Ο Λάκης Σάντας κι ο Μανόλης Γλέζος μετά...»Κάτω μας το βάραθρο άνοιγε το μαύρο του στόμα να μας καταπιεί στο πρώτο ξεγλίστρημα. 40 μέτρα κάτω κατέβαινε η σπηλιά και κατόπιν ανοιγόταν το χείλος ενός ξεροπήγαδου άλλα καμιά δεκαριά μέτρα. Σιγά-σιγά σκαρφαλώσαμε και κάνοντας μια τελευταία έλξη βγήκαμε στο πάνω βάθρο. Ανεβήκαμε μερικά μαρμάρινα σκαλιά και σηκώσαμε τα κεφάλια μας να δούμε… Προχωρήσαμε συρτά με την κοιλιά. Μας χώριζαν περίπου 50-60 μέτρα απ’ τον κοντό που είχαν την σημαία τους. Χωριστήκαμε και πηγαίναμε ανάμεσα στα μάρμαρα. Πετώντας κάθε τόσο πέτρες μήπως ήταν κανένας γερμανός σκοπός κρυμμένος. Όταν φθάσαμε κοντά στον κοντό, είδαμε την ξύλινη σκοπιά τους. Πετάξαμε πάλι κάνα-δυο πέτρες κι όταν είδαμε ότι ήταν ησυχία σηκωθήκαμε όρθιοι και προχωρήσαμε θαρρετά.

Σχίσαμε από ένα κομμάτι απ’ τον αγκυλωτό σταυρό

»Φθάσαμε στον κοντό. Ψηλά κυμάτιζε η σημαία τους. Λύσαμε το συρματόσχοινο και τραβήξαμε για να την κατεβάσουμε. Μα την είχαν μπλέξει στην κάτω άκρη της με τα τρία συρματόσχοινα που στήριζαν τον κοντό. Κρεμιούμαστε κι οι δύο για να την κατεβάσουμε μα δεν κατέβαινε. Αρχίσαμε τότε με την σειρά να σκαρφαλώνουμε στον σιδερένιο κοντό για να την φτάσουμε και να την κόψουμε. Μα ήταν 20 μέτρα ο κοντός και λείος κι ήταν αδύνατο να την φτάσουμε. Κουρασμένοι σταθήκαμε για λίγο κι απογοητευτήκαμε, σκεπτόμαστε τί να κάνουμε. Να φύγουμε χωρίς την σημαία τους λάφυρο, δεν το σκεφτήκαμε ούτε μια στιγμή. Και μέσα στην ένταση της σκέψης μας, σκεφθήκαμε ότι πρέπει να σπάσουμε τα τρία συρματόσχοινα για να μπορέσουμε να την κατεβάσουμε. Αρχίσαμε τότε με τα χέρια μας, με τα δόντια μας με ότι μπορούσαμε, να προσπαθούμε να ξεκολλήσουμε τα συρματόσχοινα απ’ τους σκουριασμένους χαλκάδες με τους οποίους κρατιόταν στα γύρω μάρμαρα.

»Κραυγή ενθουσιασμού μου ξέφυγε όταν έσπασε το πρώτο. Κατόπιν έσπασε και το δεύτερο και μετά το τρίτο. Αμέσως ξεμπλέξαμε τα συρματόσχοινα και τότε το μισητό σύμβολο του φασισμού κατέβηκε. Ήταν μια τεράστια σημαία 4μ. μήκος και 2μ. πλάτος. Στην μέση είχε τον αγκυλωτό σταυρό και στην επάνω άκρη τον γοτθικό πολεμικό σταυρό του Κάιζερ. Με λύσσα την κόψαμε απ’ το συρματόσχοινο και την μαζέψαμε. Σχίσαμε από ένα κομμάτι απ’ τον αγκυλωτό σταυρό. Την υπόλοιπη την κάναμε ρολό και την πήραμε. Μέχρι, της 11 π.μ. της 31ης δεν υπήρχε Σημαία στην Ακρόπολη. Όπως έλεγαν τώρα τελευταία μετά την απελευθέρωση οι Έλληνες φύλακες της Ακρόπολης, η Γερμανική φρουρά η οποία αποτελείτο από 20 περίπου άνδρες τα είχε χάσει. Πανικός στο Γερμανικό στρατηγείο. Οι κούρσες πήγαιναν κι ερχόταν. Τί έγινε η πολεμική τους σημαία; Ποιός τόλμησε να την πειράξει; Κατά την 11η ώρα πήγαν και βαλαν μίαν άλλη στη θέση της πιο μικρή.

 Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει...Βγήκαν ξινά τα γλέντια των Γερμαναράδων

»Με τις απογευματινές εφημερίδες βροντοφωνήσανε οι Γερμανοί τις κυρώσεις τους. Πήραν τα δακτυλικά μας αποτυπώματα απ’ το σιδερένιο κοντό και μας καταδίκασαν αμέσως με έκτακτο στρατοδικείο σε θάνατο ερήμην (γιατί δεν μας ήξεραν).
Επίσης όλους τους τυχόν συνενόχους μας. Μας επικήρυξαν και με χρηματικό ποσόν. Περιόρισαν τις ώρες κυκλοφορίας των πολιτών και απέλυσαν τον Αρχηγό της Αστυνομίας και τους διοικητές των Αστυνομικών τμημάτων της περιφερείας της Ακρόπολης.
Επίσης συνέλαβαν όλους τους Έλληνες φύλακες της Ακροπόλεως τους οποίους όμως άφησαν ελεύθερους αφού εξέτασαν τα αποτυπώματα τους και τους ανέκριναν, την δε φρουρά τους την καταδίκασαν εις θάνατον και την εκτέλεσαν. Μου φαίνεται πως βγήκαν λίγο ξινά τα γλέντια των Γερμαναράδων για τον θρίαμβο της Κρήτης….

» Έπειτα από 8 μήνες επεχείρησα, να φύγω για την Αίγυπτο για να πάω στο στρατό να πολεμήσω πιο ενεργά μαζί με τον Μανώλη κι ένα άλλο φίλο μου. Μα ύστερα από προδοσία μας πιάσαν οι Γερμανοί. Μας κλείσανε στις φυλακές. Τότε σκέφθηκα ότι αν είχαν την εξυπνάδα να παραβάλλουν τα δακτυλικά μας αποτυπώματα όλα τελείωναν. Αλλά δεν την είχαν, ευτυχώς. Καθίσαμε λίγο καιρό στις φυλακές όπου περάσαμε του κόσμου τα μαρτύρια (ξύλο ανηλεές σχεδόν καθημερινό ντους με κρύο νερό έξω στο κρύο κ.λπ.) αποτέλεσμα των οποίων ήταν όταν βγήκαμε τον Απρίλιο του 1942 ύστερα από μια αμνηστία που μας συμπεριέλαβε να κάνει ο Μανώλης αιμοπτύσεις. Μόλις βγήκα απ’ την φυλακή οργανώθηκα για καλά (είχε φουντώσει εν τω μεταξύ το κίνημα της Αντίστασης) κι άρχισα να κάνω χίλιες δουλειές από κόλλημα προκηρύξεων και γράψιμο στον τοίχο μέχρι μεταφορά όπλων και κρύψιμο κ.λπ.

Κατάθεση στεφάνου σε ήρωες από ήρωα./ copyright EurokinissiΗ ώρα των χαφιέδων...

»Το καλοκαίρι του 1943 ένας χαφιές των SS με γνώρισε και κουβάλησε αρκετούς από δαύτους να με πιάσουν. Τους ξέφυγα πηδώντας από παράθυρο σε παράθυρο κι από ταράτσα σε ταράτσα και βγήκα στο Αντάρτικο. Κατατάχθηκα στον Ε.Λ.Α.Σ. και τοποθετήθηκα στην Περιοχή Στερεάς Ελλάδας. Έλαβα μέρος σε αρκετές μάχες παρατάξεως με τους Ναζίδες και σε πολλές επικίνδυνες αποστολές κι εκανόνισα αρκετούς Γερμαναράδες, τραυματίσθηκα δε στο στήθος (αριστερό ημιθωράκιο) πάνω απ’ την καρδιά από τυφλό τραύμα βλήματος».

Κάπως έτσι τελειώνει την αφήγησή του ο Λάκης Σάντας… Τα υπόλοιπα τα ανέλαβαν οι... εθνικόφρονες: ο Γλέζος καταδικάστηκε σε θάνατο τρεις φορές από τους Έλληνες για τις πολιτικές πεποιθήσεις του, φυλακίστηκε και διώχθηκε απηνώς. Ο Λάκης Σάντας εκτοπίστηκε στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και διέφυγε στη Γιουγκοσλαβία για να γλυτώσει από το μίσος των συμπατριωτών του.
Η Ελλάδα δεν ανέχεται τους ήρωες πάνω στο χώμα της, τους προτιμά εντός του. Κι οι δωσίλογοι κι οι προδότες παρελάυνουν!

Διαβάστε ακόμη

Κραυγή απόγνωσης Έλληνα κτηνοτρόφου στο OPEN: «Ποια φέτα; Σε λίγο δε θα έχουμε γάλα ούτε για γιαούρτι»

Δύσκολες ώρες για τον πατέρα της Μέγκαν Μαρκλ - Ακρωτηριάστηκε το πόδι του και νοσηλεύεται στην εντατική

Κλήρωση Μουντιάλ 2026: Οι 12 όμιλοι για το μεγάλο ποδοσφαιρικό ραντεβού του καλοκαιριού

«Η Τουρκία εγκαταλείπει τα S-400 και ξεκινάει να προμηθεύεται F-35», λέει ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα

επόμενο άρθρο  
#TAGS
  • Μανώλης Γλέζος
  • Ακρόπολη
  • σαν σημερα
  • Λάκης Σάντας
  • ειδήσεις τώρα
Ακολούθησε το Έθνος στο Google News!
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr