Βασίλης Μηλιώνης στο ethnos.gr: «Δεν γίνεται να είσαι καλλιτέχνης και να μένεις αδιάφορος απέναντι στην επικαιρότητα»
Ο Βασίλης Μηλιώνης μιλά στο ethnos.gr για την καλιτεχνική του πορεία, τις αγωνίες και τις αναζητήσεις του, τα ταξίδια που ονειρεύεται να κάνει σε κάθε γωνιά του κόσμου, αλλά και για όσα τον προβληματίζουν στην επικαιρότητα🕛 χρόνος ανάγνωσης: 20 λεπτά ┋

Σ’ ένα σχολικό λεύκωμα στο δημοτικό έγραψε πως θα γίνει ηθοποιός. Όχι σαν παιδική φιλοδοξία της στιγμής, αλλά σαν κάτι απολύτως φυσικό, σχεδόν αυτονόητο για εκείνον. Η συμμετοχή του, αργότερα, στη θεατρική ομάδα του λυκείου απλώς επιβεβαίωσε ότι η πορεία αυτή ήταν ήδη χαραγμένη. Ο Βασίλης Μηλιώνης από μικρός είχε πάθος με την υποκριτική, την οποία βλέπει ως μια διαρκή εσωτερική πάλη για ν' αποδεικνύουμε ότι είμαστε ζωντανοί. Μια τέχνη που μας μαθαίνει τον κόσμο, την αγάπη, την επαφή με τον άλλον και τη βαθιά ανάγκη συμμετοχής σε κάτι που όλοι μοιραζόμαστε.
Από τους πιο ελπιδοφόρους εκπροσώπους της νέας γενιάς, ο ευγενικός και ακούραστος ηθοποιός έχει ήδη ξεχωρίσει μέσα από ρόλους ετερόκλητους και απαιτητικούς. Τον έχουμε δει στους Bijoux de Kant, στη «Φιλουμένα Μαρτουράνο», στην «Απλή Μετάβαση», στην «Εθνική Οδό» στο θέατρο του Νέου Κόσμου, αλλά και στη «Μάγισσα», στη «Στοργή» και στη «Σκοτεινή Θάλασσα». Φέτος, συμμετέχει στο «Porto Leone» στον Alpha στο «Hotel Amour» στο θέατρο Ακροπόλ, κάθε Δευτέρα και Τρίτη, ενώ ταυτόχρονα συμμετέχει στα γυρίσματα νέας σειράς που αναμένεται να κάνει πρεμιέρα με το νέο έτος.
Ποιες ήταν οι πρώτες σας σκέψεις όταν διαβάστε το κείμενο του «Hotel Amour»;
Συγκινήθηκα από την πρώτη στιγμή. Ειδικά ο τρόπος που καταλήγει το έργο. Υπάρχει μια πολύ ιδιαίτερη στιχομυθία ανάμεσα στο νεαρό ζευγάρι, η οποία ουσιαστικά οδηγεί προς το φινάλε της παράστασης. Εκεί θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι ένιωσα έντονη συγκίνηση.
Μέσα σε όλα αυτά, αναρωτήθηκα και πόσο απαιτητικό εγχείρημα είναι το μιούζικαλ, καθώς υπάρχει ένας τεράστιος όγκος υλικού. Μουσική, χορός, πρόζα — όλα αυτά που συνιστούν ένα μιούζικαλ. Αυτό σε βάζει αμέσως σε μια διάθεση δουλειάς, σε μια κατάσταση εγρήγορσης. Τελικά, όμως, πιστεύω ότι το αποτέλεσμα μας δικαίωσε όλους. Και έτσι φτάσαμε σε αυτό το πρωταρχικό συναίσθημα που γεννά η πρώτη ανάγνωση. Ο θαυμασμός και η ανυπομονησία. Η ανυπομονησία να ξεκινήσει η δουλειά, να βρεθείς στη σκηνή και να θέλεις να παίζεις κάθε βράδυ.
Όσον αφορά τον χαρακτήρα σας, τι ήταν αυτό που σας τράβηξε περισσότερο στον ήρωά σας;
Ο χαρακτήρας μου, στην πραγματικότητα, εκπροσωπεί μια ολόκληρη γενιά ανδρών. Το λέω έτσι, γιατί εκφράζει όλο το «αντρικό κατεστημένο» και το πώς αυτό μπορεί να φέρει έναν νέο άνθρωπο σε δύσκολη θέση. Τον τοποθετεί σ' ένα μοντέλο διαχείρισης που αφορά την ανάγκη να επαληθεύει συνεχώς την ταυτότητά του ως άντρας. Να 'ναι σκληρός, να ταιριάζει σε συγκεκριμένα πρότυπα, ν' αποδεικνύει τον ρόλο του σε κάθε περίσταση.
Και παράλληλα, αυτός ο χαρακτήρας κρύβει μια πολύ τρυφερή πλευρά, που σε κάνει ν' αναζητάς τα πιο πρωτόλεια βήματα του εαυτού σου. Τι σημαίνει σεξ, τι σημαίνει νεανικός έρωτας, ποιο ήταν το πρώτο σου φιλί σ’ ένα παγκάκι. Με αυτή τη λογική, αυτό ήταν το στοιχείο που με τράβηξε. Η τρυφερότητα που υπάρχει μέσα στο κέλυφος που δημιουργεί η κοινωνία. Αυτό ήταν και κάτι που θέλαμε ν' αναδείξουμε με τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο. Και πιστεύω ότι στην παράσταση κινηθήκαμε σε αυτή ακριβώς την κατεύθυνση.
Στο έργο βλέπουμε σχέσεις στο κατώφλι σημαντικών αποφάσεων. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το πιο «επικίνδυνο» σημείο σε μια σχέση;
Υπάρχουν πολλά επικίνδυνα σημεία, γιατί μια σχέση είναι μια διαρκής πάλη και μια συνεχώς εξελισσόμενη διαδικασία. Όπως όλα στη ζωή εξελίσσονται και κάποια στιγμή φτάνουν σ' ένα τέλος, έτσι και οι σχέσεις περνούν από διάφορα στάδια και είναι όλα εξίσου σημαντικά, αρκεί να τ' αναγνωρίσεις τη στιγμή που πρέπει. Είτε ζεις τον πρώτο έρωτα. Είτε αντιμετωπίζεις τις πρώτες δυσκολίες. Είτε αισθάνεσαι ότι η σχέση έχει βαλτώσει και χρειάζεται να προχωρήσεις παρακάτω. Είτε έχεις πληγωθεί και χρειάζεται να μείνεις μόνος σου, αντιπαραθέτοντας τη μοναξιά σου με την ευτυχία άλλων που είναι ερωτευμένοι. Υπάρχουν πάρα πολλά εξίσου κρίσιμα στάδια, οπότε δεν μπορώ να ξεχωρίσω ένα συγκεκριμένο ως πιο επικίνδυνο. Το όμορφο στο έργο μας είναι ότι, μ' έναν τρόπο, τα καλύπτει όλα αυτά. Όλα τα ζευγάρια έχουν εκείνη τη ρωγμή, το κατώφλι που πρέπει να διαβούν.
Στις δικές σας σχέσεις, συνήθως σε ποιες «παγίδες» πέφτετε;
Η αλήθεια είναι πως δεν μπορώ να πω ότι πέφτω συχνά σε «παγίδες», διότι δεν βρίσκομαι σε κάποια σχέση αυτή την περίοδο και έχω καιρό να είμαι σε μία. Παρ’ όλα αυτά, αν πρέπει να ξεχωρίσω κάτι, θα έλεγα ότι το πιο δύσκολο για μένα είναι η διαχείριση της απώλειας, το τέλος. Είτε αυτή είναι ερωτική, φιλική ή οικογενειακή. Το πέρας, μ' έναν τρόπο, είναι αυτό που πάντα με φέρνει σε δύσκολη θέση.
Κατά τη διάρκεια της σχέσης;
Το να μην είσαι παρών. Πιστεύω ότι αυτό είναι το πιο κρίσιμο. Συνεχώς οι άνθρωποι αναρωτιόμαστε μέσα στις σχέσεις: «Είμαι εδώ; Το θέλω αυτό; Μήπως το χάνω;» Έχει να κάνει πολύ με το τώρα της σχέσης. Νομίζω, λοιπόν, ότι το σημαντικότερο είναι να είμαστε παρόντες, να ζούμε τη στιγμή.
Αν μπορούσατε να δώσετε μια συμβουλή στον ήρωα που υποδύεστε, ποια θα ήταν;
Θα του έλεγα να μην φοβάται ν' αφεθεί. Ν' αγκαλιάσει την τρυφερότητά του και το μεγαλείο που μπορεί να κρύβει αυτή η τρυφερότητα. Ν' απεκδυθεί την ταυτότητα που του έχει φορεθεί κοινωνικά, γιατί όταν έρχεται αντιμέτωπος με μια πραγματική δυσκολία, τότε καταρρέει. Αν όμως κάποιος παραδεχτεί την αδυναμία του —στα μάτια κάποιου άλλου, ή ακόμα και μπροστά στον εαυτό του— αυτό είναι που τελικά τον κάνει πιο δυνατό.
Σε σχέση με όλες τις ιστορίες και τα πρόσωπα του έργου, με ποιον θεωρείτε ότι ταυτίζεστε περισσότερο;
Νομίζω ότι ταυτίζομαι περισσότερο με την ηρωίδα που ερμηνεύει η Χαρά Κεφαλά. Αυτός ο ρόλος κρύβει μια μεγάλη δύναμη. Μαθαίνει να εμπιστεύεται κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό και αυτό είναι πάντοτε ζητούμενο στη ζωή. Πιστεύω ακράδαντα ότι σε κάθε ανθρώπινη ιστορία υπάρχει και από ένα δίπολο: καλό–κακό, ζωή–θάνατος, σκληρότητα–τρυφερότητα. Μέσα στη δυναμική της συγκεκριμένης ηρωίδας —σε σημείο που μπορεί να «βάζει κάτω» έναν άντρα δυο μέτρα και να τον «τρέχει από τη μύτη»— υπάρχει ένα κέλυφος.
Όπως μιλήσαμε πριν για το κέλυφος που φορά κάποιος όταν προσπαθεί να δείχνει σκληρός, έτσι και η ηρωίδα της Κεφαλά έχει το δικό της. Δεν απέχει πολύ από αυτό που συζητήσαμε για τον δικό μου χαρακτήρα. Και νομίζω ότι πάνω σε αυτή τη βάση έχει χτιστεί συνολικά το έργο. Παντού εντοπίζουμε φαινομενικές αντιφάσεις που, στην πραγματικότητα, είναι ό,τι πιο ανθρώπινο. Την ίδια στιγμή μπορείς να είσαι σκληρός και απίστευτα ευάλωτος. Την ίδια στιγμή αγαπάς και μισείς. Αυτό —αυτό το βέλος που διαπερνά όλη την παράσταση— νομίζω πως χαρακτηρίζει και όλες τις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι ο πυρήνας της δραματουργίας του θεάτρου, από την αρχαιότητα μέχρι τα πιο σύγχρονα έργα.

Εσείς ποιο λάθος συγχωρείτε πιο εύκολα και ποιο πιο δύσκολα σε μια σχέση;
Χμμ… Για μένα το πιο σημαντικό σε μια σχέση είναι η εμπιστοσύνη. Επί της ουσίας, τι είναι μια σχέση; Μια συμφωνία. Ένας λόγος που δίνουμε ο ένας στον άλλον — μέσα από τα λόγια αλλά και τις πράξεις μας — ότι είμαστε εκεί. Φυσικά, οι μορφές των σύγχρονων σχέσεων είναι πλέον άπειρες, με διάφορες διακλαδώσεις. Όμως, στον πυρήνα τους, υπάρχει πάντα μία συμφωνία. Αν αυτή είναι καθαρή, ειλικρινής και συνεχώς επικαιροποιείται, τότε τα πράγματα πηγαίνουν καλά.
Τα λάθη που πιθανότατα δεν θα συγχωρούσα σχετίζονται με την προδοσία αυτής της συμφωνίας — του άγραφου συμβολαίου ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Παρόλα αυτά, σε βάθος χρόνου πιστεύω ότι όλοι συγχωρούμε. Είναι ο μόνος τρόπος να προχωράς στη ζωή. Η συγχώρεση υπάρχει σε όλες τις θρησκείες, σε όλες τις φιλοσοφίες, ως μια υπενθύμιση του ανθρώπινου μεγαλείου. Με αυτή τη λογική, λοιπόν, νιώθω ότι τελικά θα συγχωρούσα τα πάντα. Ακόμη και τα πιο δύσκολα.
Την απιστία, για παράδειγμα; Θα τη συγχωρούσατε;
Βεβαίως, ναι. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα συνέχιζα τη σχέση ή ότι θα γινόμουν «μέτοχος» σε κάτι τέτοιο. Μπορεί η σχέση να τελείωνε. Αλλά σε βάθος χρόνου —που είναι και ο καλύτερος γιατρός σε αυτά τα θέματα— πιστεύω πως ναι, θα τη συγχωρούσα.
Οι άνθρωποι που συναντήσατε στο «Porto Leone» με το «Hotel Amour» έχουν διαφορές;
Είναι δύο πολύ διαφορετικά πλαίσια, που δεν θα έμπαινα απαραίτητα στη διαδικασία να τ' αντιπαραβάλω. Αν όμως μπορούσα να πω κάτι, είναι πως και στις δύο συνθήκες οι άνθρωποι —οι ήρωες— ψάχνουν την επαφή. Τώρα που το σκέφτομαι όσο μιλάμε, η επαφή, η αγάπη, η συντροφικότητα είναι κοινά στοιχεία και στις δύο περιπτώσεις.
Στο μιούζικαλ, σ' ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής πηγαίνουν άνθρωποι όλων των ηλικιών για να βρουν αγάπη, ν' αναζητήσουν ένα άτομο ν' ακουμπήσουν. Με παρόμοια λογική, κάποιος που πήγαινε σ' ένα καμπαρέ το 1964, πιθανόν δεν είχε στόχο πολύ διαφορετικό από το να βρει μια στιγμή σύνδεσης με μια κοπέλα. Γενικά, οι άνθρωποι αναζητάμε την επαφή. Όπου δεν τη βρίσκουμε, την ψάχνουμε. Είτε αυτό είναι ένα ξενοδοχείο ημιδιαμονής, είτε ένα καμπαρέ.
Εκεί όμως που θα ήθελα να σταθώ, σε σχέση με το «Porto Leone», είναι ότι —τουλάχιστον όπως απεικονίζεται στη σειρά, αλλά και όπως έχουμε δει μέσα από τις ταινίες που αναφέρονται στην Τρούμπα— παρουσιάζεται ως ο πιο φωτεινός δρόμος. Η Τρούμπα δείχνεται σχεδόν ρομαντική, το φως μέσα στο σκοτάδι. Αν δει κανείς τη σειρά, οι σχέσεις ανάμεσα στις γυναίκες του καμπαρέ είναι δικαιωτικές. Και για τις ίδιες και για το, κατά καιρούς, κακόφημο κατεστημένο γύρω από αυτή την ιστορία. Και γι’ αυτό είμαι χαρούμενος, γιατί όλα συγκλίνουν στο ν' αναδειχθεί η ομορφιά μέσα στο σκοτάδι.
Πώς θα χαρακτηρίζατε τον Γρηγόρη;
Είναι ένας ήρωας που με συντρόφευσε πολλούς μήνες και πέρασε από πολλά στάδια, γιατί ως υλικό είναι περίπλοκος. Τώρα που το σκέφτομαι, θα έλεγα ότι είναι περίπλοκος αλλά ταυτόχρονα σαν «δεμένος πισθάγκωνα». Ο Γρηγόρης μοιάζει ακίνητος — σαν να έχουν μηδενίσει όλες οι δυνάμεις γύρω του και ο ίδιος να βρίσκεται σ' έναν μετεωρισμό. Αυτό μου έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτομαι όλη την ιστορία του.
Και ποιο θα θέλατε να 'ναι το φινάλε του Γρηγόρη;
Αυτή είναι η κλασική ερώτηση που κάνουν όλοι όσοι θέλουν να μας αποσπάσουν ένα φινάλε… αλλά δεν μπορώ να το αποκαλύψω. Οτιδήποτε πω ίσως επηρεάσει την ιστορία. Αν μπορώ να ευχηθώ κάτι για τον ήρωά μου, είναι το καλό, το καλύτερο δυνατό. Τον αγάπησα και τον ένιωσα πολύ. Μένει να δούμε πώς θα ολοκληρωθεί η ιστορία του.
Ένα από τα ερωτήματα που θέτει η σειρά είναι «Τι είναι ηθικό, τι όχι;». Για σένα τι είναι;
Αυτό είναι μια τεράστια συζήτηση και, ειλικρινά, δεν μπορώ να πω ότι απαντιέται εύκολα. Το τι θεωρούμε ηθικό αλλάζει από εποχή σε εποχή — και, αν το πάμε χιουμοριστικά, ίσως και από λεπτό σε λεπτό. Η ηθική εξαρτάται από αμέτρητους παράγοντες. Για παράδειγμα, η «Αλεξάνδρα Καπετανάκου» (Μαρίνα Ασλάνογλου) από τη μία θέλει να εκδικηθεί για τον γιο της, αλλά το κάνει με τρόπους ύπουλους, χειριστικούς και σκληρούς. Και τελικά, τι πάει να εκδικηθεί; Δεν αντιλαμβάνεται ότι κι εκείνος που θέλει να παγιδέψει είναι ήδη παγιδευμένος μέσα σε μια αδικία. Άρα, είναι δίκαιο αυτό που κάνει; Είναι ηθικό; Το ίδιο και για τον Γρηγόρη — ό,τι του συμβαίνει, είναι ηθικό; Όλα αυτά απαιτούν πολύ μεγάλη ανάλυση.
Φυσικά, ο καθένας έχει τον δικό του εσωτερικό ηθικό κώδικα. Υπάρχουν πράγματα που εγώ θεωρώ μη διαπραγματεύσιμα, αλλά για κάποιον άλλον μπορεί να είναι απολύτως φυσιολογικά. Έτσι, δεν υπάρχει μία απάντηση. Νομίζω ότι η αντίληψη περί ηθικής είναι κατάλοιπο της ανάγκης μας να χωρίζουμε τα πάντα σε «καλό» και «κακό». Αν, όμως, παραδεχτούμε ότι μέσα μας δεν υπάρχει αμιγώς καλό ούτε αμιγώς κακό, ίσως βρούμε μια κάποια ισορροπία και με την ερώτηση αυτή. Νομίζω πως αυτό είναι το πιο κοντινό που μπορώ να πω ως απάντηση.
Παράλληλα, βρίσκεστε σε γυρίσματα για μία νέα σειρά που θα προβληθεί από το νέο έτος, στον Alpha. Πώς είναι αυτή η εμπειρία;
Είναι μια εντελώς διαφορετική εμπειρία για μένα. Πρόκειται για μια… θα την έλεγα δραμεντί, με στοιχεία κωμωδίας. Η σειρά έχει τρεις βασικούς ήρωες. Τρεις μπαμπάδες που παλεύουν με την καθημερινότητά τους, τα συναισθήματά τους, και την ανατροφή των παιδιών τους. Και για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί ερχόμαστε σε επαφή με αυτά τα μικρά υπέροχα πλάσματα, που πραγματικά σε εκπλήσσουν και σε διδάσκουν. Είναι απελευθερωτικό για έναν ηθοποιό να έχει απέναντί του μια τέτοια ενέργεια. Τα παιδιά δεν υποδύονται. Απλώς είναι, υπάρχουν. Και εσύ οφείλεις να είσαι παρών σε αυτό — να ακούς, να αντιδράς, να ζεις τη στιγμή. Αυτό, ουσιαστικά, είναι και η ύψιστη μορφή της υποκριτικής. Να είσαι παρών. Τα παιδιά, επειδή δεν προσποιούνται τίποτα, σε βοηθούν να το θυμηθείς αυτό καθημερινά. Είναι πραγματικά μεγάλο μάθημα το ότι βρίσκομαι σε αυτή τη συνθήκη.
Εσείς τι ρόλο κάνετε στη σειρά; Είστε ένας από τους τρεις μπαμπάδες;
Ναι. Να πω εδώ ότι οι άλλοι δύο μπαμπάδες είναι ο Μιχάλης Βαλάσογλου και ο Αναστάσης Ροϊλός. Για τον δικό μου ρόλο δεν μπορώ ν' αποκαλύψω πολλά. Μπορώ να πω μόνο ότι είμαι ο πιο νεαρός από τους τρεις. Ενας άνθρωπος περίπου 29 χρονών, που μεγαλώνει ένα παιδί έξι ετών. Αυτό από μόνο του ανοίγει ενδιαφέρουσες θεματικές.

Εσείς θα το σκεφτόσασταν να γίνετε μπαμπάς;
Βεβαίως, αλλά όχι στην ηλικία που βρίσκομαι τώρα.
Πότε θεωρείτε ότι ένας άντρας είναι κατάλληλος για να γίνει πατέρας;
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία. Ούτε συγκεκριμένη απάντηση. Για τον κάθε άνθρωπο είναι κάτι απολύτως μοναδικό.
Τι ήταν αυτό που σας φόβιζε στην τηλεόραση;
Νομίζω πως με φόβιζαν οι ρυθμοί της. Είναι σαν να πρέπει να τρέχεις ένα «κατοστάρι». Κάτι που δεν είναι καθόλου εύκολο, ειδικά όταν μπαίνεις πολύ νέος στη δουλειά. Αυτό μπορεί να σε τρομάξει. Και βέβαια, υπάρχει και η έκθεση. Δεν είναι απλή υπόθεση. Είναι δύσκολη. Με τα χρόνια όμως βρήκα μια ισορροπία. Και πάλι φτάνουμε σε αυτό που λέγαμε από την αρχή, τις αντίθετες δυνάμεις. Γιατί αυτή η τεράστια εμβέλεια, που αρχικά με φόβιζε, είναι και ο λόγος που τελικά την αγάπησα.
Στα πέντε χρόνια που είμαι ενεργός σε αυτή τη δουλειά, συνειδητοποιώ ότι δεν ξέρεις ποτέ σε ποιανού την παρέα βρίσκεσαι. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό για έναν ηθοποιό. Η τηλεόραση είναι ο μόνος τρόπος να φτάσεις σε όλους όσους μπορεί να χρειάζονται μια ιστορία, μια στιγμή διασκέδασης, μία συντροφιά. Συμβάλλει ουσιαστικά σε αυτό. Και για έναν ηθοποιό είναι ιδανικό να ξέρει ότι κάνει καλά τη δουλειά του, ότι μπαίνει στα σπίτια του κόσμου και ίσως κάτι μετακινεί μέσα τους.
Αναφερθήκατε πριν στην έκθεση της τηλεόρασης...
Ναι. Η έκθεση ήταν κάτι τρομακτικό στην αρχή. Όμως όταν καταλάβεις το πλαίσιο στο οποίο ο κόσμος βλέπει τηλεόραση, και τον τρόπο που αλληλοεπιδρά με τους ανθρώπους που βλέπει στην οθόνη, αυτό αλλάζει. Έχω ακούσει πολλές φορές τον κόσμο να μου λέει: «Είσαι στο σπίτι μου, στον καναπέ μου, στο σαλόνι μου». Είναι απίστευτο το συναίσθημα που δημιουργεί αυτό. Οπότε, ναι — αρχικά με φόβιζε. Τώρα όμως έχει γίνει μια κανονικότητα που προσωπικά έχω αγκαλιάσει.
Αρνητικά σχόλια δεν έχετε;
Όταν έπαιζα τον «Τζανή» στη Μάγισσα του ΑΝΤ1, φυσικά και δέχτηκα πολλά αρνητικά σχόλια. Το θετικό όμως ήταν ότι εστίαζαν στον χαρακτήρα και στις πράξεις του. Κάτι που τώρα βλέπω να επιβεβαιώνεται και με το ρόλο μου στο «Porto Leone». Αυτό είναι ευχάριστο, με γοητεύει οτιδήποτε έχει επίδραση. Χαιρόμουν, μ' έναν τρόπο, όταν κάποιος μου έλεγε χαριτολογώντας: «Εσύ που έκανες εκείνο και το άλλο…». Ακόμη κι αν υπήρχε μια πίκρα ή μια αιχμή από πίσω, το έβρισκα ενδιαφέρον, γιατί η αντίδραση γεννιόταν από κάτι που έκανε ο χαρακτήρας. Δεν πρόκειται για εκείνα τα συνήθη κακεντρεχή σχόλια που δέχονται ηθοποιοί για την εμφάνιση, τα κιλά τους κ.λπ.
Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας σε κάποιον που δεν σας ξέρει;
Έχω μια μεγάλη γκάμα στοιχείων που με χαρακτηρίζουν. Θα μπορούσα να πω πολλά, αλλά δεν νομίζω ότι μπορώ να τα χωρίσω τόσο εύκολα σε «καλά» και «κακά». Όλοι έχουμε κακές στιγμές, καλές στιγμές, στιγμές ευαλωτότητας, στιγμές που γινόμαστε πιο σκληροί, φάσεις με περισσότερη αυτοπεποίθηση και άλλες με λιγότερη. Είναι μια τεράστια εσωτερική πάλη, μέσα σε όλους μας, και μέσα μου. Γι’ αυτό δεν μπορώ ν' αποφασίσω και να πω «είμαι αυτό» ή «είμαι εκείνο».
Η καθημερινότητά σας τι περιλαμβάνει πέρα από τη δουλειά;
Θα σου πω τι θα ήθελα να περιλαμβάνει, γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει μέρα που να μην δουλεύω. Αυτό βέβαια είναι ευχάριστο, αλλά ο ελεύθερος χρόνος είναι πια πολύ δυσεύρετος. Όταν έχω χρόνο, μου αρέσει πολύ να κάθομαι στο σπίτι, να βλέπω ταινίες, να κάνω παρέα με φίλους. Λατρεύω τα επιτραπέζια στο σπίτι. Μου αρέσουν οι εκδρομές, οι πεζοπορίες. Αγαπώ τα ταξίδια — αν μπορούσα να γυρίσω και τις 200 χώρες του χάρτη, θα το έκανα χωρίς δεύτερη σκέψη. Και όχι μόνο τα «τουριστικά» μέρη. Θα ήθελα να γνωρίσω τα ενδότερα κάθε χώρας, τις αθέατες πλευρές της. Πολλές φορές νιώθω πως θα ήθελα να πολλαπλασιάσω τον εαυτό μου για να υπάρχω σε διαφορετικές πραγματικότητες ταυτόχρονα… Αλλά, ας είμαστε ρεαλιστές — δεν έχω ακόμη τέτοια δυνατότητα! (γέλιο) Ξέρω πάντως τι δεν μου αρέσει. Δεν είμαι ο τύπος που θα ξενυχτήσει έξω πίνοντας ποτά.

Έχω διαβάσει σε συνεντεύξεις σας ότι έχετε ελάχιστους φίλους από το επάγγελμά σας. Κυρίως οι φίλοι σας είναι εκτός χώρου;
Ναι.
Αυτό οφείλεται στις συγκυρίες ή είναι ένας τρόπος να ξεφεύγετε από τη δουλειά στον ελεύθερό σας χρόνο;
Νομίζω πως είναι και τα δύο. Το θέατρο, έτσι κι αλλιώς, μέσα από τη συνεργασία σχεδόν «επιβάλλει» να δημιουργούνται προσωπικές σχέσεις. Είναι αναπόφευκτο. Ακόμη και με εκείνους που μπορεί να μη σου ταιριάζουν απόλυτα. Ειδικά όταν η δουλειά, στην περίπτωση των ηθοποιών, γίνεται τρόπος ζωής. Εγώ στάθηκα τυχερός. Εχω ανθρώπους στη ζωή μου από τα σχολικά μου χρόνια στη Νίκαια, και συντηρούμε αυτή τη σχέση μέχρι σήμερα.
Αναπολείτε τα χρόνια στο Κερατσίνι;
Και ναι και όχι. Υπάρχει μια ωραία, πρωτόλεια αίσθηση όταν περπατάς ξανά σ' ένα στενό που μεγάλωσες σαν παιδί. Κάτι σου γεννάει, μια οικειότητα, μια ζεστασιά. Όχι απαραίτητα νοσταλγία, αλλά μια αίσθηση αναγνωρίσιμη. Από την άλλη, αυτό το κομμάτι το έχω βάλει πια στο «χρονοντούλαπο». Δεν νομίζω ότι θα ξαναγύριζα να μείνω εκεί. Θα επέλεγα κάτι διαφορετικό, πιο ανανεωτικό.
Σας απασχολεί η επικαιρότητα και το τι συμβαίνει στον κόσμο;
Εννοείται πως με απασχολεί. Πιστεύω ότι δεν μπορείς να κάνεις αυτή τη δουλειά χωρίς να σε αφορά η επικαιρότητα. Ο καθένας παίρνει θέση και δημόσια, αλλά και μέσα από μικρότερες, προσωπικές επιλογές. Και μέσα από την τέχνη επίσης. Είναι κομμάτι της δουλειάς μας, οπότε ναι, με αφορά πολύ.
Αυτή την περίοδο, τι είναι αυτό που σας απασχολεί περισσότερο;
Με απασχολούν τα Τέμπη, ο πόλεμος στην Παλαιστίνη, η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη, την Αμερική και γενικά στον κόσμο. Πολλά πράγματα...
Είπατε για την άνοδο της ακροδεξιάς. Σας προβληματίζει ότι σχεδόν όλοι τρέχουν πίσω από την Γκιλφόι;
Η ερώτηση αυτή έχει πολλές προεκτάσεις. Στο επίπεδο του lifestyle, όλη αυτή η γκλαμουριά γύρω από ένα πολιτικό πρόσωπο είναι από μόνη της ένα θέμα που αξίζει να συζητηθεί. Το lifestyle πάντα κρύβει κάτι άλλο... Αλλά πέρα από τη «βιτρίνα», για μένα έχει σημασία να πάμε στην ουσία των πραγμάτων.
Τι σκέφτεστε για το μέλλον;
Θα ήθελα μια όμορφη ζωή. Να κάνω πολλά ταξίδια. Να γνωρίσω τον κόσμο, μυρωδιές, γεύσεις. Θα ήθελα ένα μεγάλο, υπερατλαντικό ταξίδι, όπως Χιλή, Κούβα… είναι ένα απωθημένο που έχω. Και παράλληλα να έρχονται ωραίες επαγγελματικές συνεργασίες, ώστε να υπάρχει αυτή η ισορροπία σε όλα τα επίπεδα της ζωής μου.
Ο αντίκτυπος της ομιλίας Τσίπρα σε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, η απάντηση Φάμελλου για τα περί ιδιοτέλειας και ο υπερ-γουρλής Μαγειρίας που πήρε δώρο μια Ferrari
Από το Καστέλι μέχρι τον ΒΟΑΚ και το μετρό: Αποζημιώσεις εκατοντάδων εκατ. ευρώ απειλούν μέχρι και να διπλασιάσουν το κόστος των μεγάλων έργων
Κακοκαιρία Byron: «Βροχή» τα 112 όλη τη νύχτα - Πώς θα κινηθούν οι καταιγίδες τις επόμενες ώρες
Αμετακίνητοι οι αγρότες στα μπλόκα - Ποιες κινήσεις εξετάζει η κυβέρνηση
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr




